Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Ο ρατσισμός του δολοφόνου


Το κατά πόσον μία πράξη ή μία συμπεριφορά είναι ρατσιστική, είναι άμεσα εξαρτώμενο από το πώς ορίζει κάποιος αυτή τούτη την έννοια του ρατσισμού. Τον δικό μας ορισμό είχαμε καταθέσει σε παλιότερα κείμενα [1,2] και με βάση αυτόν θα αναπτύξουμε τις ιδέες μας στο παρόν.

Σε συμφωνία με τον γενικό ορισμό που έχουμε προτείνει, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως ρατσιστική συμπεριφορά την αυθαίρετη τάση κάποιου να κατωτεροποιεί λόγω ή/και έργω κάποιον άλλον με βάση μία ιδιότητα την οποία ο δεύτερος φέρει ακούσια και η οποία δεν συνιστά ανασταλτικό υπαρξιακό παράγοντα (π.χ., απειλή) για τον πρώτο.

Κλασικό παράδειγμα ρατσιστικής πολιτικής ήταν οι διώξεις των Εβραίων από τους Ναζί, δεδομένου ότι η εβραϊκή ιδιότητα δεν αποτελεί επιλεγμένο (εκούσιο) χαρακτηριστικό, όπως επίσης και δεν συνιστά καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλή για μία κοινωνία. Από την άλλη, τα προληπτικά περιοριστικά μέτρα για άτομα που φέρουν επικίνδυνη επιδημική νόσο δεν συνιστούν ρατσιστική πολιτική αφού μία συγκεκριμένη ιδιότητα των ατόμων αυτών, αν και μη επιλεγμένη, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ολόκληρη την κοινωνία.

Όπως οδυνηρά μας δίδαξε η Ιστορία, ο ρατσισμός ενίοτε οδηγεί σε μαζικά εγκλήματα. Το ναζιστικό Ολοκαύτωμα των 6 εκατομμυρίων είναι, ασφαλώς, κορυφαίο παράδειγμα. Το ίδιο και η προηγηθείσα εξόντωση ατόμων με σωματικές ή διανοητικές αναπηρίες. Και, πίσω από το καταρχήν ιδεολογικό υπόβαθρο των εγκλημάτων διακρίνει κανείς συχνά την κυνική όψη της ιδιοτελούς σκοπιμότητας, αφού σε πολλές περιπτώσεις οι Ναζί έσπευσαν να υφαρπάξουν τις περιουσίες και τις δουλειές εκείνων που στάλθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου. Ακόμα και τα μαλλιά και τα χρυσά δόντια των δολοφονημένων στο Άουσβιτς αξιοποιήθηκαν προς όφελος της γερμανικής οικονομίας!

Σήμερα, στο άκουσμα της λέξης «ρατσισμός» τείνουμε να παραπεμπόμαστε όλο και λιγότερο στα γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Και αυτή την ιστορική αμνησία έχει ήδη αρχίσει να πληρώνει η Ευρώπη με την ανησυχητική άνοδο του νεοναζισμού. Σε αυτό έχει συμβάλει τα μέγιστα η εννοιολογική σύγχυση που επικρατεί πάνω στον ρατσισμό, τον οποίο πολλοί (ακόμα και έγκριτοι κοινωνικοί αναλυτές) συγχέουν με την ξενοφοβία [3]. Η τελευταία, εν τούτοις, είναι μία εντελώς διακριτή έννοια που σχετίζεται κυρίως με τις αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών για τις παρενέργειες που έχει επιφέρει η ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Αν και ενίοτε συνυπάρχει στην πράξη με τον ρατσισμό, η ξενοφοβία δεν θα πρέπει να θεωρείται ταυτόσημη με αυτόν!

Οι Ναζί, λοιπόν, κινούμενοι ιδεολογικά κάπου ανάμεσα στον Δαρβίνο και τον Νίτσε (όπως τουλάχιστον εκείνοι τον ερμήνευσαν) αποπειράθηκαν να εξοντώσουν όσους αυθαίρετα θεώρησαν ως «κατώτερους» και, σε πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποίησαν αυτή την υποτιθέμενη «κατωτερότητα» των θυμάτων τους ως ηθικό άλλοθι για να εκμεταλλευτούν την εργασία τους και να ιδιοποιηθούν τα υπάρχοντά τους. Σύμφωνα με την διαστροφική λογική τους, ο δυνατότερος στην άσκηση βίας – ο παντοδύναμος «Άριος» – έχει δικαίωμα ζωής, θανάτου, εκμετάλλευσης και υπεξαίρεσης πάνω στον αδύνατο!

Σήμερα, σε μία «προοδευτική» κοινωνία που δηλώνει αντιρατσιστική και οραματίζεται μια χώρα χωρίς μέσα καταστολής και δίχως κελιά φυλακών – ίσως ακόμα και χωρίς νόμους (το σλόγκαν «νόμος και τάξη» ακούγεται σχεδόν πάντα με ειρωνική διάθεση) – τείνουμε να εμφανίσουμε ηθική και ψυχική απάθεια (θα έλεγα, ανοσία) απέναντι στο ολοένα κλιμακούμενο φαινόμενο της εγκληματικότητας. Και δεν αναφέρομαι καν σε μικροκλοπές ή, έστω, αναίμακτες μικρο-διαρρήξεις αλλά σε φρικιαστικά εγκλήματα απερίγραπτης αγριότητας απέναντι, κυρίως, σε ανήμπορους ανθρώπους, συνήθως ηλικιωμένους. Μία τέτοια περίπτωση είχαμε εξιστορήσει σε παλιότερο κείμενο [4], αποτελεί όμως σταγόνα στον ωκεανό της καθημερινής βίας.

Αν, εν τούτοις, αναλύσει κάποιος την ηθική βάση του δολοφονικού ρατσισμού, η οποία συνοψίζεται στο δόγμα «ο αδύναμος είναι άξιος να αφανιστεί προς όφελος του ισχυρού», θα διαπιστώσει ότι ελάχιστα διαφέρει η βία των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου ενάντια σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, από εκείνη μιας συμμορίας σκληρών κακοποιών που εισβάλλουν στο σπίτι ενός ηλικιωμένου και, δίχως την παραμικρή ηθική αναστολή, τον βασανίζουν απάνθρωπα, έως και τον δολοφονούν με τρόπο κτηνώδη, για να του αποσπάσουν λίγα χρήματα που πιθανώς έχει φυλαγμένα.

Οδηγούμαστε, έτσι, στο παρακάτω οξύμωρο: Εκείνοι που – θεωρητικά τουλάχιστον – αντιμάχονται τη ρατσιστική βία του νεοναζισμού, ταυτόχρονα επιδεικνύουν ευαισθησία και κατανόηση για όλους αδιακρίτως τους εκτίοντες ποινές για εγκλήματα που έχουν διαπράξει, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους, και ζητούν τη μέγιστη δυνατή επιείκεια της πολιτείας απέναντί τους. Τούτο, ασφαλώς, έχει τις αφετηρίες του στην καθολική και αδιάκριτη δαιμονοποίηση των κρατικών μηχανισμών προστασίας του πολίτη, σύμφωνα με το ιδεοληπτικό δόγμα ότι χειρότερη κι απ’ το χειρότερο έγκλημα είναι η επιβολή του νόμου από τα όργανα της τάξης!

Διάβασα πρόσφατα σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης μία πολύ εύστοχη επισήμανση της φίλης νομικού Μ.Τ. εκ Θεσσαλονίκης, και την μεταφέρω επειδή αξίζει να μας προβληματίσει:

«Όσο υποτιμούμε τον φόβο των ανθρώπων και την ανάγκη τους για ασφάλεια, τόσο κερδίζουν αυτοί που όλοι φοβόμαστε!»

Όσο και αν μεμφόμαστε τον άνθρωπο της γειτονιάς που με την ψήφο του συνέβαλε στην κοινοβουλευτική «κανονικοποίηση» των νεοφασιστών, θα πρέπει να αναλογιστούμε κατά πόσον η δημοκρατική πολιτεία, αλλά και όλοι όσοι ομνύουμε στα δημοκρατικά ιδεώδη, έχουμε επιδείξει την δέουσα κατανόηση στην ανάγκη του ανθρώπου αυτού να ξαναβρεί το αίσθημα ασφάλειας που εδώ και χρόνια έχει απολέσει λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας. Οι «προοδευτικές» ρητορείες που κατανοούν έως και δικαιολογούν τον θύτη – ιδίως αν πρόκειται για φιλοξενούμενο στη χώρα – το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να προσφέρουν πεδίο δόξης λαμπρό σε κάθε είδους αντιδημοκρατικές και ρατσιστικές δυνάμεις που με κάθε ευκαιρία εμφανίζονται πρόθυμες να υποκαταστήσουν την επίσημη πολιτεία στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών. Μια πολιτεία που καταγγέλλεται ως «απάνθρωπη» και «αντιδημοκρατική» όταν απλά επιχειρεί να εφαρμόσει τον νόμο απέναντι στο έγκλημα αλλά και την αναρχία (αν και αυτό το δεύτερο ζήτημα είναι ξέχωρο από την παρούσα συζήτηση).

Και, πηγαίνοντας πιο μακριά και πιο πίσω στον χρόνο, ας μην ξεχνούμε ποτέ το ιστορικό δίδαγμα ότι ο συνδυασμός οικονομικής καταστροφής και εθνικής ταπείνωσης με γενικευμένη βία κι ανομία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τις ανθρώπινες αξίες. Εκτός των άλλων, έφερε κάποτε στην εξουσία έναν δικτάτορα που εφάρμοσε τον ρατσισμό στην πιο αδιανόητη κι απάνθρωπη εκδοχή του...

Αναφορές:

[1] https://www.aixmi.gr/index.php/ratsismosmhpwsprepei/

[2] https://www.tovima.gr/2014/03/07/international/a-conceptual-approach-to-racism/

[3] https://www.tovima.gr/2013/05/08/opinions/i-ksenofobia-sto-mikroskopio-tis-koinis-logikis/

[4] https://www.aixmi.gr/index.php/dolofonounalogaotangeras/

Aixmi.gr

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Einstein's gravity: Can geometry be quantized?

An excellent analysis by Viktor T. Toth! Indeed, gravitational theory is a field theory like any other, which admits a very special geometrical interpretation. Unfortunately, it is as yet non-renormalizable...

- The existence of a geometric interpretation does not mean that the theory cannot be quantized or that it does not have excitation quanta. From a quantum field theory perspective, gravity (represented by the metric tensor of spacetime in the geometric interpretation) is just a spin-2 tensor field that couples universally and minimally to all fields, including itself. Like other fields, this field can, in principle, be Fourier-transformed, its Fourier coefficients promoted to operators, leading to quantized field excitations, aka. gravitons. In practice, this approach fails because unlike other theories, like electromagnetism, gravity leads to infinities that are “unrenormalizable”, cannot be tamed using standard mathematical tools. So we don’t know how to quantize gravity.

Read the article:

Is it true that, according to Einstein, gravity is not a force, so the graviton should not exist?

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Όχι Δάσκαλος, απλά καθηγητής!


Πληροφορήθηκα (ομολογώ με αίσθημα απόλυτης ντροπής) ότι καθηγητής σε σχολή της Τριτοβάθμιας απείλησε φοιτητές του με πειθαρχικές κυρώσεις επειδή τον προσφώνησαν "δάσκαλε" αντί "κύριε καθηγητά". Τους επεσήμανε, δε, ότι αυτός είναι ολόκληρος πανεπιστημιακός καθηγητής και όχι κάποιος δάσκαλος της Πρωτοβάθμιας!

Επειδή το φαινόμενο της ακαδημαϊκής αλαζονείας έχει πάρει μορφή επιδημίας στον χώρο της λεγόμενης ανώτατης εκπαίδευσης, μπαίνω στον κόπο να καταθέσω λίγα προσωπικά σχόλια για το συγκεκριμένο περιστατικό, με κίνδυνο να δημιουργήσω περισσότερους εχθρούς παρά φίλους...

1. Αν και, όπως έμαθα, ανήκει στον χώρο των θεωρητικών επιστημών, ο "συνάδελφος" δείχνει να συγχέει την έννοια του δημοδιδασκάλου (εκπαιδευτικού της Πρωτοβάθμιας) με εκείνη του Δασκάλου (εκείνου που μεταδίδει γνώση, έχοντας βαθιά αίσθηση του λειτουργήματος που υπηρετεί).

Όντως, κακώς τον αποκάλεσαν Δάσκαλο αφού απέχει έτη φωτός από το να φέρει την ιδιότητα! Δάσκαλο αποκαλούσε ο Πλάτων τον Σωκράτη, όπως και τον Ιησού οι μαθητές του. Και, για πολλούς πανεπιστημιακούς επιστήμονες διεθνούς κύρους (κάποιοι εκ των οποίων νομπελίστες) έχει ειπωθεί ότι ήταν επίσης και σπουδαίοι δάσκαλοι. Τέλος, μια και ο "συνάδελφος" διδάσκει θέματα που άπτονται της ελληνικής Ιστορίας, ας του θυμίσω ότι οι εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού χαρακτηρίστηκαν Δάσκαλοι του Γένους. Αυτός ο ίδιος, λοιπόν, αρνείται την τιμητική ιδιότητα του Δασκάλου, προτιμώντας τον συμβατικό ακαδημαϊκό τίτλο του καθηγητή της Τριτοβάθμιας. Κατ' ουσίαν, απαξιώνει αυτό που εκείνος δεν μπορεί να είναι...

2. Μια και, ως φαίνεται, ο "συνάδελφος" υποτιμά το έργο που επιτελούν οι (κατ' εμέ) ήρωες εκπαιδευτικοί των λεγόμενων "κατώτερων βαθμίδων" της εκπαίδευσης, θα του προτείνω, για λόγους εμπειρίας και μόνο, να επιχειρήσει να διδάξει μία εβδομάδα το πολύ σε ένα Δημοτικό Σχολείο ή σε ένα Λύκειο. Κι εκεί θα καταλάβει πόσο δύσκολη υπόθεση είναι η διαμόρφωση χαρακτήρων και συνειδήσεων (σε μία Πολιτεία, μάλιστα, που σε μεγάλο βαθμό αδιαφορεί για τις συνθήκες μέσα στις οποίες οι εκπαιδευτικοί αυτοί αγωνίζονται να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους) έτσι ώστε εκείνος να πάρει στα χέρια του το ήδη διαμορφωμένο και φιλτραρισμένο υλικό για να βάλει τις τελικές "πινελιές" στη γνώση.

Ας μην απαξιώνει ελαφρά τη καρδία, λοιπόν, το έργο όλων εκείνων που προετοίμασαν το έδαφος για να μπορεί σήμερα αυτός, κομπορρημονώντας, να κάνει τη δουλειά που κάνει. Την οποία - λυπούμαι που το λέω - φαίνεται να μετρά ως ακαδημαϊκή καριέρα και μόνο, αντί ως υψηλό λειτούργημα που κυρίως διδάσκει ήθος δια του παραδείγματος...

Κλείνω με ένα απόσπασμα από την "Ιστορία της Φιλοσοφίας" του Αμερικανού ιστορικού και φιλοσόφου Will Durant (μετάφραση Ν. Κ. Παπαρρόδου). Αναφερόμενος στην αγάπη που έτρεφαν οι μαθητές του Σωκράτη για τον Δάσκαλο, ο Durant γράφει:

"Τους άρεσε πιο πολύ σ' αυτόν η μετριοφροσύνη της σοφίας του: δεν ισχυριζόταν ότι είχε σοφία αλλά ότι μονάχα αγαπούσε να την αναζητεί. Ήταν φίλος της σοφίας και όχι επαγγελματίας σοφός."

Περισσεύουν σήμερα οι επηρμένοι "επαγγελματίες σοφοί" στον ακαδημαϊκό χώρο. Όσο για τους Δασκάλους που "εν οίδασι, ότι ουδέν οίδασι", αναζητούνται πάντα με το φανάρι του Διογένους...

Aixmi.gr

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Κριτική σκέψη στην εκπαίδευση: Ευθύνη μαθητών ή δασκάλων;

Θέλοντας να πειράξω τους μαθητές μου, τους λέω συχνά πως οι ερωτήσεις κρίσεως ονομάστηκαν έτσι επειδή τους προκαλούν κρίση κάθε φορά που τίθενται ως θέματα στις εξετάσεις! Το πείραγμα δεν είναι αβάσιμο, αφού αποτελεί προϊόν εμπειρίας που εκτείνεται σε βάθος χρόνου…

Η σκηνή στην αίθουσα διδασκαλίας, σε μέρα εξετάσεων. Οι φοιτητές διαβάζουν τα θέματα που μόλις τους έχουν δοθεί, καλούμενοι να διατυπώσουν τυχόν απορίες. Με απόλυτα φυσικό τρόπο, ένας εξ αυτών (εκπροσωπώντας πιθανότατα και τους περισσότερους από τους υπόλοιπους) σηκώνει το χέρι και κάνει την εξής ερώτηση: «Στο δεύτερο θέμα, θέλετε αυτά που γράφει το βιβλίο στην πρώτη παράγραφο πάνω δεξιά όπως το κοιτάζουμε, ή εκείνα που γράφει κάτω από το σχήμα στην απέναντι σελίδα;»

Η ερώτηση είναι αποκαλυπτική μίας πολύ ανησυχητικής νοοτροπίας που παρατηρείται στον χώρο της εκπαίδευσης: Σε μεγάλη μερίδα μαθητών και σπουδαστών, η «φωτογραφική» απομνημόνευση λειτουργεί ως βολικό υποκατάστατο της δημιουργικής κριτικής σκέψης. Και η «παπαγαλία» αντιμετωπίζεται ως εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τη μάθηση, ενώ η κριτική σκέψη συχνά απαξιώνεται ως ελιτίστικη πνευματική πολυτέλεια που χαρακτηρίζει κυρίως τους «σπασίκλες»!

Για να προλάβω τις (δίκαιες) ενστάσεις του αναγνώστη, θα σπεύσω να διευκρινίσω ότι, ως εκπαιδευτικός, θεωρώ τους μαθητές σαν τους λιγότερο υπεύθυνους γι’ αυτό το φαινόμενο. Από την πρώτη μέρα του σχολείου διδάσκονται την αποστήθιση ως βασικό (αν όχι μοναδικό) τρόπο μάθησης και αναγκάζονται να την αποδεχθούν ως κριτήριο αξιολόγησης της επίδοσής τους. Βέβαια, ως ένα βαθμό, η αποστήθιση είναι απαραίτητο συστατικό της μάθησης, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την πρώτη καταγραφή αντικειμενικών δεδομένων όπως, π.χ., ιστορικές χρονολογίες, γεωγραφικά ονόματα ή κανόνες της αριθμητικής. Το ζήτημα είναι κατά πόσον, παράλληλα με την (όποια) αναγκαιότητα της απομνημόνευσης, διδάσκουμε στους μαθητές μας την σημασία της κριτικής σκέψης και τους δείχνουμε τον δρόμο για να την αναπτύξουν.

Και, για να μη φανεί ότι επιχειρώ να επιρρίψω ευθύνες αποκλειστικά και μόνο στους φιλότιμους συναδέλφους των δύσκολων δύο πρώτων βαθμίδων της εκπαίδευσης, σπεύδω να τονίσω ότι τις ίδιες, τουλάχιστον, ευθύνες φέρουμε και όσοι παίρνουμε τη σκυτάλη από τα χέρια τους. Συνηθίζουμε να φορτώνουμε τους σπουδαστές μας με τεράστιες ποσότητες εξεταστέας ύλης που δεν αφήνουν χώρο στον προβληματισμό, παρά μόνο στην απομνημόνευση δεδομένων ή μεθόδων. Έτσι, το διδακτικό βιβλίο και τα συναφή βοηθήματα καταντούν τυφλοσούρτες φοιτητικής επιβίωσης αντί εργαλείων ανάπτυξης επιστημονικής σκέψης!

Το κρίσιμο ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι ο βαθμός επικοινωνίας του διδάσκοντος με τον διδασκόμενο στην αίθουσα διδασκαλίας. Συχνά αντιμετωπίζουμε την μαθησιακή λειτουργία σαν μονόδρομη διαδικασία όπου κάποιος «πομπός», εφοδιασμένος με κάποιας μορφής εξουσία, μεταδίδει αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως γνώση σε κάποιους «δέκτες» που καλούνται να την αφομοιώσουν χωρίς ποτέ να τους δοθεί η δυνατότητα να την κρίνουν. Μερικές φορές, μάλιστα, η μετάδοση της πληροφορίας παίρνει τη μορφή αληθινού βομβαρδισμού κάτω από το άγχος της απαίτησης «να καλύψουμε την ύλη», πράγμα που δεν μας αφήνει χρόνο να προβληματιστούμε κατά πόσον αυτά που διδάξαμε συνέβαλαν στη διεύρυνση πνευματικών οριζόντων ή οδήγησαν απλά στην αποθήκευση δεδομένων (τη σπουδαιότητα των οποίων – για να μην παρεξηγηθώ – δεν έχω την πρόθεση να αμφισβητήσω). Και στο τέλος του εξαμήνου αξιολογούμε, συνήθως, την επίδοση του μαθητή/σπουδαστή με βάση το πόσο πιστά μπορεί να αναπαραγάγει μέσα σε λίγη ώρα την πληροφορία με την οποία τον βομβαρδίσαμε.

Από εκεί και πέρα, η ανταπόκριση του ίδιου του μαθητή εξαρτάται από δύο, κυρίως, παράγοντες: τον βαθμό ωριμότητάς του και το ειδικό ενδιαφέρον του για το μάθημα. Κάποιοι μαθητές θα προβληματιστούν πάνω σ’ αυτά που άκουσαν και θα θελήσουν, ακόμα και με δική τους πρωτοβουλία, να μάθουν περισσότερα και να εμβαθύνουν. Είναι εκείνοι στους οποίους έχει αναπτυχθεί η κριτική σκέψη και δεν δέχονται τη γνώση ως «μασημένη τροφή».

Κάποιοι άλλοι θα αρκεστούν στη στείρα απομνημόνευση, τον πλέον θνησιγενή τρόπο μάθησης αφού τα προϊόντα της εξανεμίζονται σύντομα δίχως να αφήσουν κάποιο αξιόλογο στίγμα στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του μαθητή. Εδώ όμως υπάρχει μία υποσημείωση που συχνά εμείς οι εκπαιδευτικοί παραβλέπουμε. Ακόμα και οι μαθητές στους οποίους με ευκολία τοποθετούμε την ετικέτα του «παπαγάλου», δείχνουν τελείως διαφορετική μαθησιακή συμπεριφορά όταν πρόκειται για αντικείμενο που τους ενδιαφέρει, πράγμα που συχνά απεικονίζεται και στις βαθμολογικές τους επιδόσεις (αν και ο απόλυτος συσχετισμός του επιπέδου μάθησης με την τυπική βαθμολογία που, με στείρα αριθμητική λογική, επιχειρεί να αξιολογήσει τη μάθηση αυτή, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, ασφαλής…).

Η τελευταία παρατήρηση δείχνει και την ευθύνη μας, ως εκπαιδευτικών, για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης στους μαθητές μας, καθώς και τον δρόμο που θα οδηγήσει σε αυτήν. Για να θελήσουν να εμβαθύνουν σε οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο, θα πρέπει πρώτα να τους κεντρίσουμε το ενδιαφέρον γι’ αυτό. Και, γενικότερα, να τους πείσουμε ότι ο χρόνος που θα διαθέσουν και ο κόπος που θα καταβάλουν θα τους ανταμείψει. Όχι απλά με ένα ψυχρό ενδεικτικό νούμερο που λέγεται «βαθμός» (αυτό το αμφιλεγόμενο κίνητρο είναι, εξ άλλου, ο κύριος υπεύθυνος για το φαινόμενο της αποστήθισης) αλλά, κυρίως, με την απόκτηση γνώσεων που θα είναι χρήσιμες για τη ζωή τους. Και – γιατί όχι; – με την ίδια την απόλαυση της ενασχόλησης με κάτι που σ’ εμάς τους ίδιους εναπόκειται να κάνουμε να φανεί συν τοις άλλοις και ευχάριστο!

Ξεκινώντας στην αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς το μάθημα της Φυσικής με τους πρωτοετείς μου, ρωτώ συχνά σε ποιους η Φυσική ήταν το αγαπημένο μάθημα στο Λύκειο και την μελετούσαν από ενδιαφέρον για το αντικείμενο, καθώς και ποιοι τυχόν την «μισούσαν» με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να «παπαγαλίζουν» για να επιβιώσουν. Σηκώνονται χέρια ένθεν και ένθεν, οπότε θέτω το ερώτημα κατά πόσον τα θετικά αισθήματα για το μάθημα σχετίζονται με την ίδια τη Φυσική ή, κατά βάθος, με τον δάσκαλο ο οποίος την δίδαξε. Μετά από σύντομη παύση, παίρνω τελικά την απάντηση που εύκολα μαντεύει ο αναγνώστης…

Αναλογεί, εν τούτοις, και ένα σημαντικό ποσοστό ευθύνης σε έναν ώριμο, πλέον, σπουδαστή για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης, ανεξάρτητα από τις όποιες ευθύνες δασκάλων που προηγήθηκαν ή έπονται (οι οποίες, μαζί με εκείνες των γονιών, συχνά λειτουργούν ως βολικό άλλοθι για την αναβολή της ωρίμανσης). Ο σπουδαστής αυτός, λοιπόν, καλείται με δική του θέληση να ξεπεράσει τον εφησυχασμό που προσφέρει η επεξεργασμένη τροφή της απομνημόνευσης, αποδεχόμενος την λιγότερο βολική πρόκληση της δημιουργικής σκέψης. Γιατί, η πρώτη είναι μία επικίνδυνη μορφή πνευματικής οκνηρίας που αργά ή γρήγορα θα τον καταστήσει ευάλωτο στην κηδεμονευόμενη σκέψη. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ρόλο του ως ανεξάρτητου κι ελεύθερου μέλους μιας δημοκρατικής κοινωνίας…

Ο μέγας Καζαντζάκης γράφει στο κορυφαίο φιλοσοφικό του έργο: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δεν σωθεί, εγώ φταίω!» Κι ακόμα: «Καθένας έχει και τη λύτρωση τη δική του, απόλυτα ελεύτερος. Διδασκαλία δεν υπάρχει, δεν υπάρχει Λυτρωτής που ν’ ανοίξει δρόμο…»

Ίσως και να υπάρχει, τελικά, διδασκαλία. Μα ο δάσκαλος δεν είναι απαραίτητα ο λυτρωτής που ανοίγει δρόμους. Είναι κυρίως το φανάρι που τους φωτίζει. Και, ξεπερνώντας τις όποιες δικές του ματαιοδοξίες, οφείλει να δείξει στον μαθητή του πώς να πάρει το βλέμμα από το ίδιο το φανάρι και να το στρέψει κατά κει που πέφτει το φως. Οδηγώντας τον από την άκριτη αποδοχή προς τη γόνιμη σκέψη. Ακόμα και την αμφισβήτηση…

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Άρχουσα τάξη…

Στον Hermann Göring, νούμερο 2 του ναζιστικού κόμματος στη Γερμανία του Χίτλερ, αποδίδεται (εν μέρει τουλάχιστον) η διαβόητη ρήση:

«Εγώ και μόνο θα αποφασίσω ποιος είναι (και ποιος δεν είναι) Εβραίος!»

Είναι κατ’ ουσίαν μία διακήρυξη του υποτιθέμενου δικαιώματός του να κρίνει εκείνος και μόνο για το ποιοι είναι «άξιοι» αφανισμού, και να προχωρεί στην δολοφονική εκτέλεσή τους χωρίς τον παραμικρό φόβο λογοδοσίας απέναντι στους νόμους. Εξ άλλου, στη ναζιστική Γερμανία ο «νόμος» ήταν εκείνος ο ίδιος!

Αν και τα μεγέθη δεν είναι, ασφαλώς, συγκρίσιμα, θυμήθηκα την πιο πάνω ρήση διαβάζοντας πρόσφατα το πόρισμα της λεγόμενης «Επιτροπής Παρασκευόπουλου» για την αντιμετώπιση της βίας στα πανεπιστήμια. Ειδικότερα, για την περίπτωση κλοπών σε πανεπιστημιακούς χώρους το πόρισμα προτείνει μεταξύ άλλων το εξής:

«Ευαισθητοποίηση των φοιτητών και των εκπροσώπων τους ώστε να γίνει σαφές ότι, όταν το θύμα είναι συνάδελφος ή καθηγητής, δεν πλήττεται η άρχουσα τάξη…»

Η παραπάνω φράση, η οποία αναφέρεται σε ηθική διαπαιδαγώγηση νέων ανθρώπων σε θέματα εγκληματικότητας, γεννά δύο ερωτήματα που ζητούν άμεσες απαντήσεις:

1. Πώς ακριβώς ορίζεται η «άρχουσα τάξη» στην οποία αναφέρεται ένα επίσημο πόρισμα (όχι κάποιο ανεύθυνο κείμενο πολιτικού ακτιβισμού, αναρτημένο στα social media); Άρα, με ποια κριτήρια μπορεί κάποιος να αποφασίσει (με λογική Göring) αν ένα υποψήφιο θύμα ληστείας ανήκει ή όχι στην «άρχουσα τάξη», έτσι ώστε να τύχει μίας λιγότερο ή περισσότερο ευαίσθητης αντιμετώπισης από τους δράστες; Επί πλέον, ποιος εγγυάται ότι οι υποψήφιοι δράστες δεν θα κατασκευάζουν κάθε φορά ad hoc κριτήρια που εξυπηρετούν την πράξη τους, βαφτίζοντας το θύμα «εκπρόσωπο της άρχουσας τάξης»; (Παράδειγμα: Ο «συνάδελφος» μπορεί να είναι γιος καναλάρχη ή κόρη μεγαλοβιομήχανου. Όσο για τον καθηγητή, ακούστηκε πως είναι και σύμβουλος στις επιχειρήσεις ενός εκ των προαναφερόμενων μπαμπάδων…)

2. Θα πρέπει, άραγε, να καταλήξουμε στο εφιαλτικό συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με το μήνυμα των συντακτών του πορίσματος σε νέους ανθρώπους με υπό διαμόρφωση συνειδήσεις, οι κλοπές και οι ληστείες (εντός ή εκτός πανεπιστημίων) χάνουν μέρος της ηθικής και νομικής τους βαρύτητας, και άρα δικαιούνται να αντιμετωπίζονται με έναν βαθμό «κατανόησης», όταν με αυτές «πλήττεται η άρχουσα τάξη» – με όποιον τρόπο και αν ορίσουμε την έννοια αυτή; Με απλά λόγια, διδάσκουμε στους μαθητές μας ότι είναι κατά βάση αποδεκτός ένας αλά καρτ σεβασμός στους νόμους, ανάλογα με το αν πλήττονται «αρεστοί» ή «μη αρεστοί» του συστήματος;

Βέβαια, το πόρισμα στο σύνολό του αντανακλά διαχρονικές ιδεοληψίες μίας μερίδας του πολιτικού συστήματος, στην οποία το υπέρμετρα δαιμονοποιημένο δίπτυχο «νόμος και τάξη» εξακολουθεί να ενεργοποιεί – αταβιστικά πλέον – ένα βαθιά ριζωμένο σύνδρομο καταδίωξης. Το επικίνδυνο είναι όταν η μερίδα αυτή κυβερνά. Τότε, το «ανομία και χάος» μπορεί ακόμα και να γίνεται, στην πράξη, νόμος του κράτους…

ΤΟ ΒΗΜΑ

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Νυρεμβέργη: Η δίκη του Χέρμαν Γκέρινγκ

Ο Hermann Goering ήταν ο πλέον διαβόητος - και ο πλέον τρομακτικός - από τους κατηγορούμενους στη Δίκη της Νυρεμβέργης. Δεν πρόλαβαν να τον κρεμάσουν...


Η κατάληψη του Βερολίνου

Εντυπωσιακό ντοκιμαντέρ με θέμα την προέλαση των Σοβιετικών και την κατάληψη του Βερολίνου (Απρίλιος - Μάιος 1945).


Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Η μέρα που ο Χίτλερ έχασε τον πόλεμο

Η πτώση του Χίτλερ ξεκίνησε πολύ πριν από το επίσημο τέλος του πολέμου το 1945. Ήταν ακριβώς στις 22 Ιουνίου 1941, όταν ο Χίτλερ ξεκίνησε τη μεγαλύτερη στρατιωτική επίθεση στην Ιστορία, εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης: την επιχείρηση Barbarossa. Ανοίγοντας αυτό το ανατολικό μέτωπο, ο Furher, τυφλωμένος από την πολεμική του δύναμη, υπέγραψε τη θανατική καταδίκη του...


Τρίτη 21 Αυγούστου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ζωή εν τάφω: Μικρό χρονικό ενός «Μεγάλου Πολέμου»


1. Εισαγωγή

Σε ραδιοφωνική του εκπομπή, ο αείμνηστος (και αμίμητος) Γιάννης Καλαμίτσης είχε θέσει κάποτε στους ακροατές το ακόλουθο κουίζ: Σε ποια μεγάλη μάχη της Ιστορίας οι φαντάροι πήγαν στο μέτωπο με... ταξί! Οι γνωρίζοντες τα πολεμικά γεγονότα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (του «Μεγάλου Πολέμου», όπως τον είχαν ονομάσει στην εποχή του) σίγουρα θα χαμογέλασαν με την ευρηματική διατύπωση της ερώτησης. Δεν ήταν απλά μία μάχη: ήταν η πρώτη σημαντική μάχη του πολέμου. Που, αν είχε άλλη έκβαση, ο πόλεμος αυτός θα είχε αντίθετο αποτέλεσμα και, γενικότερα, η Ιστορία του εικοστού αιώνα ίσως είχε γραφεί διαφορετικά...

Σε προηγούμενο άρθρο επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε τα αίτια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) και να επιμερίσουμε, κατά το δυνατόν, τις ευθύνες για το ξέσπασμά του, που υπήρξε αποτέλεσμα ενός διπλωματικού και στρατιωτικού ντόμινο μοναδικού στα πολεμικά χρονικά. Όπως είδαμε, ένα περίπλοκο σύστημα συμμαχιών χώριζε τις εμπόλεμες δυνάμεις σε δύο μεγάλα στρατόπεδα. Από τη μία πλευρά, η Αγγλία, η Γαλλία και οι σύμμαχοί τους, που όλοι μαζί αναφέρονται, συνήθως, ως «οι Σύμμαχοι». Από την άλλη, η Γερμανο-Αυστριακή συμμαχική ομάδα (οι λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις»).

Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε μερικά από τα σημαντικότερα πολεμικά γεγονότα (μία πλήρης εξιστόρηση είναι, φυσικά, αδύνατη σε κείμενο τέτοιου μεγέθους). Όμως, την πιο ρεαλιστική περιγραφή της ζωής στα χαρακώματα την προσφέρει η λογοτεχνία. Όπως το κλασικό «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» του Erich Maria Remarque (μαζί με την ομώνυμη κινηματογραφική ταινία) αλλά και το πολύ δικό μας, το σαγηνευτικά εφιαλτικό «Η ζωή εν τάφω» του Στράτη Μυριβήλη...


2. Ένας άλλος πόλεμος

Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο σημείωμα, το καλοκαίρι του 1914 οι λαοί υποδέχθηκαν τον πόλεμο με φανερό ενθουσιασμό και με τη βεβαιότητα μιας νίκης που θα επιτυγχανόταν «μέσα σε λίγες εβδομάδες» – ή, το πολύ, «ως τα Χριστούγεννα». Σημαίες ανέμιζαν και στρατιωτικές μπάντες έπαιζαν χαρούμενους πατριωτικούς σκοπούς καθώς οι στρατιώτες ξεκινούσαν για το μέτωπο...

Στην αρχική του φάση, ο πόλεμος ακολούθησε τα συμβατικά πρότυπα που χαρακτηρίζονταν από κινητικότητα των στρατευμάτων. Σύντομα, όμως, οι στρατοί γνώρισαν τη δολοφονική δύναμη των νέων όπλων που ήταν σχεδιασμένα να προκαλούν μαζικούς θανάτους. Έτσι, μετά τις αρχικές μάχες, οι αντίπαλες γραμμές σίγησαν και οι στρατιώτες άρχισαν να σκάβουν βαθιά χαρακώματα, μέσα στα οποία θα έμεναν θαμμένοι για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, παρέα με τη λάσπη, τις ψείρες και τους αρουραίους που έπαιρναν υπερμεγέθεις διαστάσεις τρεφόμενοι από τα πτώματα.

Ανάμεσα στις αντίπαλες γραμμές χαρακωμάτων, η ουδέτερη ζώνη, η «γη του κανενός» (no man’s land) ήταν ο τόπος μαζικής σφαγής των επιτιθέμενων όταν αυτοί, υπό τους ήχους των εχθρικών πολυβόλων και του αντίπαλου πυροβολικού, επιχειρούσαν να ξεπροβάλουν από τα λαγούμια τους και να κινηθούν προς το απέναντι χαράκωμα.

Οι καιροί του ένδοξου ιππικού είχαν πλέον περάσει οριστικά στην Ιστορία, ενώ το αεροπλάνο άρχισε να κάνει την εμφάνισή του ως πολεμικό εργαλείο, κυρίως για την κατασκόπευση των θέσεων και των κινήσεων του αντιπάλου. Ως το τέλος του πολέμου, τα δηλητηριώδη αέρια και τα tanks είχαν μπει κι αυτά στο πολεμικό παιχνίδι, αν και η σπουδαιότητά τους στον προκείμενο πόλεμο έχει μάλλον υπερεκτιμηθεί.

Σε ό,τι αφορά την θάλασσα, ο πόλεμος δεν έχει να επιδείξει σημαντικές ναυμαχίες, με εξαίρεση αυτή στην Jutland (Γιουτλάνδη) το 1916, όπου ο αγγλικός και ο γερμανικός στόλος συναντήθηκαν σε μια μάχη χωρίς ουσιαστικό νικητή. Από εκεί και μετά, το πρωταρχικό όπλο στον αγώνα για τον έλεγχο των θαλασσών ήταν το υποβρύχιο, κυρίως από τη μεριά των Γερμανών που προσπαθούσαν με κάθε μέσο να σπάσουν τον ασφυκτικό ναυτικό αποκλεισμό που τους είχαν επιβάλει οι Βρετανοί.


3. Το αδιέξοδο του Δυτικού Μετώπου

Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στη Γαλλία μέσω του Βελγίου, η παραβίαση της ουδετερότητας του οποίου λειτούργησε ως διπλωματικό πρόσχημα για την είσοδο της Βρετανίας στον πόλεμο. Σύμφωνα με το Σχέδιο Schlieffen, οι Γερμανοί θα υπέτασσαν τη Γαλλία μέσα σε έξι εβδομάδες και στη συνέχεια θα στρέφονταν προς τα ανατολικά για να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία.

Το γερμανικό σχέδιο, όμως, αποδείχθηκε καλύτερο στη θεωρία απ’ ό,τι στην πράξη. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν να σταματήσουν τη γερμανική προέλαση στη Μάχη του Μάρνη (9-12 Σεπτεμβρίου 1914), επιστρατεύοντας ακόμα και τα Παρισινά ταξί για να μεταφέρουν στρατιώτες στο μέτωπο (η απάντηση στο κουίζ του Καλαμίτση!).

Μέσα στις επόμενες εβδομάδες άρχισε να διαφαίνεται το στρατιωτικό αδιέξοδο στο Δυτικό Μέτωπο. Αντί για προέλαση και γρήγορη νίκη, οι στρατοί οχυρώθηκαν σε μία διπλή γραμμή χαρακωμάτων που εκτείνονταν από τη Μάγχη ως τα ελβετικά σύνορα. Ήταν πια φανερό ότι ο πόλεμος δεν επρόκειτο να διαρκέσει «το πολύ ως τα Χριστούγεννα»...

Οι στρατηγοί και από τις δύο πλευρές πάσχιζαν να συγκεντρώσουν ικανό αριθμό ανδρών και πυρομαχικών ώστε να μπορέσουν να σπάσουν το αδιέξοδο, ενώ ταυτόχρονα επιδίδονταν σε πόλεμο φθοράς, με κάθε μέσο, των δυνάμεων του αντιπάλου. Οι περιοδικές απόπειρες οργανωμένης επίθεσης, εν τούτοις, απλά επιβεβαίωναν το πόσο ανώφελο ήταν να στέλνει κανείς αθωράκιστους στρατιώτες να αντιμετωπίσουν καλά οχυρωμένους αντιπάλους και την καταστροφική δύναμη πυρός των πολυβόλων και του βαρέως πυροβολικού. Οι μόνοι που αρνούνταν να δουν αυτή την πραγματικότητα ήταν οι ίδιοι οι στρατηγοί, με προεξάρχοντες τον υπερφίαλο Βρετανό Sir Douglas Haig και τον εξίσου ματαιόδοξο Γάλλο αρχιστράτηγο Nivelle.

Θυμίζουμε, ενδεικτικά, τις απώλειες σε μερικές σημαντικές μάχες, τις οποίες αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο. Στη Μάχη του Somme (1η Ιουλίου έως 18 Νοεμβρίου 1916) οι Γερμανοί και οι Βρετανοί έχασαν από 400,000 η κάθε πλευρά, ενώ οι Γάλλοι έχασαν 200,000. Η «ανταμοιβή» για τις αγγλο-γαλλικές απώλειες των 600,000 ήταν μία μέγιστη προέλαση 7 μιλίων, περίπου. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, η ανεπιτυχής γερμανική πολιορκία του Verdun κόστισε τη ζωή σε 336,000 Γερμανούς και 350,000 Γάλλους στρατιώτες. Στην διαβόητη μάχη στο Passchendaele, το 1917 (άλλη μια λαμπρή ιδέα του Douglas Haig!) πάνω από 370,000 Βρετανοί στρατιώτες χάθηκαν με «κέρδος» λίγων μόλις τετραγωνικών χιλιομέτρων δίχως στρατηγική αξία.

Γενικά μιλώντας, οι γραμμές των αντιπάλων στο Δυτικό Μέτωπο δεν μεταβλήθηκαν ουσιαστικά στη διάρκεια του πολέμου.


4. Γερμανική διπλωματία στα Βαλκάνια

Η αποτυχία τους στο Verdun έκανε τους Γερμανούς να συνειδητοποιήσουν πόσο ανώφελη θα ήταν η συνέχιση μιας επιθετικής τακτικής στα δυτικά. Οι στρατιωτικοί κύκλοι πίστευαν πλέον ότι ο δρόμος για τη νίκη περνούσε μέσα από την ήττα της Ρωσίας.

Τον Αύγουστο του 1916, ο στρατηγός Paul von Hindenburg – που, ως διοικητής του Ανατολικού Μετώπου, είχε πιστωθεί την νικηφόρα έκβαση της Μάχης του Tannenberg κατά των Ρώσων (Ανατολική Πρωσία, Αύγουστος 1914) – έγινε αρχηγός του γερμανικού γενικού επιτελείου, έχοντας δίπλα του ως αχώριστο βοηθό και σύμβουλό του τον Erich Ludendorff.

Οι γερμανικές επιτυχίες κατά των Ρώσων στο δεύτερο μισό του πολέμου οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, στη δυσκολία των τελευταίων να προμηθευθούν πυρομαχικά και αναγκαίο εξοπλισμό από τους Συμμάχους. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξαν οι επιτυχημένες διπλωματικές κινήσεις των Γερμανών στα Βαλκάνια.

Τον Νοέμβριο του 1914, η Τουρκία μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Η θέση της Τουρκίας ήταν στρατηγικής σημασίας: Αν είχε προσχωρήσει στους Συμμάχους, οι τελευταίοι θα μπορούσαν να περικυκλώσουν τις Κεντρικές Δυνάμεις με ένα γιγαντιαίο «δαχτυλίδι» που θα τις καθιστούσε ευάλωτες σε επιθέσεις από δυτικά, ανατολικά και νότια. Από την άλλη, σαν σύμμαχος των Γερμανών και των Αυστριακών, η Τουρκία θα μπορούσε τώρα να εμποδίσει την από θαλάσσης τροφοδοσία των Ρώσων δια μέσου της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.

Στις αρχές του 1915, οι Βρετανοί επιχείρησαν να ανοίξουν διάδρομο προς τη Ρωσία μέσω των Δαρδανελίων, στέλνοντας στρατό στη Χερσόνησο της Καλλίπολης. Η εκστρατεία απέτυχε τραγικά, κοστίζοντας στον εμπνευστή της, Winston Churchill, τη θέση του στην κυβέρνηση.

Την ίδια στιγμή, υποσχόμενοι την εκχώρηση μεγάλων τμημάτων της Μακεδονίας που βρίσκονταν σε σερβικά χέρια, οι Γερμανοί κατόρθωσαν, μετά την Τουρκία, να πάρουν με το μέρος τους και τη Βουλγαρία (Οκτώβριος 1915). Σε λίγες εβδομάδες, η Βουλγαρία επιτέθηκε στη Σερβία.

Ως αντίβαρο στις επιτυχημένες γερμανικές κινήσεις στα Βαλκάνια, οι Σύμμαχοι κατόρθωσαν να βάλουν στον πόλεμο κατά των Κεντρικών Δυνάμεων τη Ρουμανία (Αύγουστος 1916) και την Ελλάδα (Ιούνιος 1917). Η ελληνική συμμετοχή – που έλαβε χώρα εν μέσω εθνικού διχασμού – απεδείχθη ιδιαίτερα σημαντική, αφού κατέστησε δυνατή την επίθεση των Συμμαχικών δυνάμεων κατά της Βουλγαρίας στην τελική φάση του πολέμου.


5. Η «αμφίθυμη» στάση της Ιταλίας

Αν και δεμένη μέσω της «Τριπλής Συμμαχίας» με τη Γερμανία και την Αυστρία, η Ιταλία έμεινε ουδέτερη στην αρχή του πολέμου. Οι όροι της συμμαχίας αφορούσαν την περίπτωση όπου κάποιο από τα μέλη δεχόταν επίθεση. Ήταν οι Γερμανοί, όμως, που είχαν κηρύξει τον πόλεμο στη Γαλλία και τη Ρωσία, ενώ οι Αυστριακοί δεν είχαν καν μπει στον κόπο να ενημερώσουν τους Ιταλούς σχετικά με το τελεσίγραφο στη Σερβία.

Στη συνέχεια, οι Ιταλοί «πολιορκήθηκαν» διπλωματικά και από τις δύο πλευρές, όμως οι υποσχέσεις των Κεντρικών Δυνάμεων δεν μπόρεσαν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους. Σε μια μυστική συνάντηση στο Λονδίνο, τον Απρίλιο του 1915, οι Σύμμαχοι κατάφεραν τελικά να πείσουν την ιταλική κυβέρνηση να βάλει τη χώρα στον πόλεμο στο πλευρό τους. Τα ανταλλάγματα σε περίπτωση νίκης περιλάμβαναν τις αυστριακές επαρχίες που κατοικούνταν από Ιταλούς, τη Βόρεια Αλβανία, καθώς και μέρος της Μικράς Ασίας.

Η Ιταλία υπέστη οδυνηρή ήττα από τις αυστριακές και γερμανικές δυνάμεις στη Μάχη του Caporetto, τον Οκτώβριο του 1917. Οι Κεντρικές Δυνάμεις, όμως, δεν κατάφεραν να τη βγάλουν από τον πόλεμο, αφού οι Βρετανοί και οι Γάλλοι έστειλαν αρκετές ενισχύσεις ώστε να ανασυγκροτηθεί το ιταλικό μέτωπο.


6. Αποχωρούν οι Ρώσοι – έρχονται οι Αμερικάνοι

Η άνοδος των Μπολσεβίκων στην εξουσία (7 Νοεμβρίου 1917), ενδεχομένως αποτέλεσμα και γερμανικών υπόγειων μεθοδεύσεων, σήμανε ολική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Σύντομα, ο V. I. Lenin εξήγγειλε ένα πρόγραμμα που περιλάμβανε πρόταση άμεσου τερματισμού του πολέμου. Καθώς, όπως ήταν φυσικό, δεν βρήκε ανταπόκριση από τους Συμμάχους, ξεκίνησε χωριστές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τις Κεντρικές Δυνάμεις στις 3 Δεκεμβρίου του 1917, που κορυφώθηκαν στις 3 Μαρτίου του 1918 με την περίφημη Συνθήκη του Brest-Litovsk.

Με τη συνθήκη αυτή, η Ρωσία, όχι μόνο βγήκε από τον πόλεμο αλλά και απώλεσε, προς όφελος των Γερμανών, όλες τις μη-Ρωσικές περιοχές που κατείχε στην Ευρώπη, πράγμα που είχε τεράστιες οικονομικές και στρατηγικές συνέπειες για τη χώρα. Επί πλέον, η συνθηκολόγηση της Ρωσίας επέτρεψε στη Γερμανία να αποδεσμεύσει δυνάμεις από το ανατολικό μέτωπο ώστε να ενισχύσουν το δυτικό, στο πλαίσιο της μεγάλης γερμανικής επίθεσης που σχεδιαζόταν να ξεκινήσει την άνοιξη του 1918.

Στο μεταξύ, στις 7 Απριλίου του 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες έλαβαν τη μοιραία, για τη Γερμανία, απόφαση να της κηρύξουν τον πόλεμο (η σημασία του οποίου γεγονότος μάλλον δεν εκτιμήθηκε σωστά, στην αρχή, από τη γερμανική ηγεσία). Οι λόγοι της αμερικανικής εισόδου στον πόλεμο έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών συζητήσεων ανάμεσα στους ιστορικούς. Πέρα από τα όποια ιδεολογικά κίνητρα και τη σχετική ρητορεία («να γίνει ο κόσμος ασφαλής για τη δημοκρατία», «να εξασφαλιστεί στους λαούς το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης», κλπ.), σίγουρα υπήρχαν και πρακτικοί λόγοι που υπαγορεύονταν από καθαρή ιδιοτέλεια, όπως, π.χ., ο κίνδυνος για το αμερικανικό εμπόριο λόγω του ανεξέλεγκτου γερμανικού υποβρυχιακού πολέμου, ή, οι γερμανικές ίντριγκες στο Μεξικό, στο οποίο οι Γερμανοί υπόσχονταν στρατιωτική υποστήριξη σε περίπτωση πολέμου του με τις ΗΠΑ.

Όποιες κι αν ήταν οι προθέσεις των Αμερικανών, η είσοδός τους στον πόλεμο άλλαξε αποφασιστικά την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη...


7. Τελευταία γερμανική ζαριά...

Η μεγάλη γερμανική αντεπίθεση στο Δυτικό Μέτωπο ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου του 1918. Η αρχική προέλαση των Γερμανών ήταν σημαντική, κατάφεραν όμως να την ανακόψουν οι Σύμμαχοι με έγκαιρη τακτική υποχώρηση και με την υποστήριξη αμερικανικών δυνάμεων. Πάντως, στις αρχές Ιουνίου οι Γερμανοί βρίσκονταν και πάλι στην περιοχή του Μάρνη, όπως στην αρχή του πολέμου, και το Παρίσι φαινόταν να κινδυνεύει. Την κρίσιμη στιγμή, όμως, ο Ludendorff συνειδητοποίησε ότι τα μέσα που του απέμεναν δεν επαρκούσαν για περαιτέρω προέλαση.

Στις 18 Ιουλίου, οι Σύμμαχοι αντεπιτέθηκαν αιφνιδιάζοντας τους Γερμανούς και αναγκάζοντάς τους σε υποχώρηση. Την ίδια στιγμή, οι Συμμαχικές δυνάμεις που βρίσκονταν σε αναμονή στη Θεσσαλονίκη, σε συνεργασία με τις ιταλικές, έσπασαν το βουλγαρικό και το αυστριακό μέτωπο, αναγκάζοντας τη Βουλγαρία και την Αυστρία να ζητήσουν κατάπαυση του πυρός.

Στο σημείο αυτό, συνειδητοποιώντας τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει ο γερμανικός στρατός, ο Ludendorff κάλεσε τη γερμανική κυβέρνηση να αναζητήσει τρόπους για ανακωχή. Στη χώρα άρχισε να ξεσπά επανάσταση που εξαπλωνόταν γρήγορα από πόλη σε πόλη. Στις 10 Νοεμβρίου, κάτω από την πίεση των γεγονότων, ο Kaiser Wilhelm II έφυγε για την Ολλανδία, όπου έζησε εξόριστος ως το τέλος της ζωής του, το 1941. Πρόλαβε, μάλιστα, να δει τους Ναζί να εισβάλλουν στη χώρα αυτή το 1940!

Στις 11 Νοεμβρίου του 1918 υπογράφηκε, τελικά, η ανακωχή ανάμεσα στις Κεντρικές Δυνάμεις και τους Συμμάχους, και ο «Μεγάλος Πόλεμος» έφτασε και τυπικά στο τέλος του...


8. Επίλογος

Λέγεται πως μια ολόκληρη γενιά χάθηκε στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου. Στη Δυτική Ευρώπη οι απώλειες ξεπέρασαν κατά πολύ τις αντίστοιχες κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο! Συνολικά, κάπου 8.5 εκατομμύρια χάθηκαν στα πεδία των μαχών, ενώ περισσότερο από διπλάσιος ήταν ο αριθμός των τραυματιών, πολλοί από τους οποίους έζησαν ακρωτηριασμένοι για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων πολέμου (νεκροί, τραυματίες, αγνοούμενοι και άμαχος πληθυσμός) υπολογίζεται στα 37.5 εκατομμύρια.

Στον πόλεμο αυτό, χάρις στο αλαζονικό πείσμα και τον ακραίο εγωισμό των στρατηγών, ο στρατιώτης κατέστη αναλώσιμο είδος, η ανθρώπινη ατομικότητα εκφυλίστηκε σε απρόσωπο αριθμό πολεμικού μητρώου, και η αξία της ανθρώπινης ζωής ευτελίστηκε όσο ποτέ άλλοτε (με εξαίρεση, φυσικά, τους θαλάμους των αερίων, είκοσι και κάτι χρόνια αργότερα...).

Όμως, ο Μεγάλος Πόλεμος δεν τέλειωσε στ’ αλήθεια το 1918. Η εικοσαετής περίοδος που μεσολάβησε ως το ξέσπασμα του επόμενου παγκόσμιου πολέμου δεν ήταν παρά μία ανακωχή για ανασύνταξη δυνάμεων, κυρίως απ’ τη μεριά των Γερμανών. Που, σαν ένιωσαν και πάλι δυνατοί, θέλησαν να κλείσουν τους λογαριασμούς που έμειναν ανοιχτοί στα χαρακώματα.

Αλλά, για το πώς και γιατί απέτυχε η ειρήνη κατά τον Μεσοπόλεμο, ίσως μιλήσουμε σε προσεχές άρθρο...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Αύγουστος, μήνας των ατομικών βομβών


Ενδιαφέρον άρθρο του Θεόδωρου Αυγερινού! Σημειώνω τα εξής, προς διευκόλυνση της ανάγνωσης:

Σε έναν πυρηνικό αντιδραστήρα, η σχάση του ουρανίου 235 (U-235) επιτυγχάνεται καλύτερα με τη βοήθεια νετρονίων που έχουν υποστεί επιβράδυνση, σε σχέση με τις ταχύτητες με τις οποίες παράγονται πρωτογενώς στις αλυσιδωτές πυρηνικές αντιδράσεις. Καλύτερος επιβραδυντής θα ήταν το καθαρό υδρογόνο, όμως αυτό είναι αέριο και η συγκέντρωση ατόμων του ανά μονάδα όγκου είναι μικρή. Επόμενη λύση επιβραδυντικού μέσου είναι το νερό, που όμως έχει το μειονέκτημα να απορροφά (αντί απλά να επιβραδύνει) μεγάλο μέρος των νετρονίων. Αντίθετα, το βαρύ ύδωρ (με άτομα δευτερίου στη θέση του απλού υδρογόνου) έχει μικρότερη τάση να απορροφά νετρόνια και αποτελεί ιδανικό επιβραδυντή. Εναλλακτική επιλογή επιβραδυντικού μέσου είναι ο γραφίτης.

Νετρόνια που δεν έχουν υποστεί επιβράδυνση μπορεί να προκαλέσουν σχάση στο U-238 (αντί του U-235), όμως η διαδικασία είναι ελάχιστα αποδοτική και, ως εκ τούτου, μη σύμφορη. Από την άλλη, η απορρόφηση "αργών" νετρονίων από το U-238 δεν οδηγεί σε σχάση αλλά σε παραγωγή πλουτωνίου που, με τη σειρά του, υφίσταται σχάση όμοια με το U-235 (με "αργά" νετρόνια).

Διαβάστε το άρθρο του Θ. Αυγερινού

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Πολυπολιτισμικότητα, δημοκρατικότητα και εθνική αυτοσυντήρηση

Το «Τρίτο Πρόγραμμα» της κρατικής ραδιοφωνίας ήταν κάποτε ο μόνος σταθμός όπου μπορούσε κάποιος να ακούει αποκλειστικά και μόνο κλασική μουσική (ο Leonard Bernstein θα με «μάλωνε» γι’ αυτό τον όρο, αλλά θα τον χρησιμοποιήσω καταχρηστικά). Αργότερα προστέθηκαν (καλώς) και κάποιες εκπομπές λόγου. Σήμερα, όμως, τείνει να μετεξελιχθεί σε πρόγραμμα όπου ο λόγος διεκδικεί ίσο μερίδιο με τη μουσική. Συχνά, μάλιστα, ακόμα και αυτές τούτες οι μουσικές εκπομπές μοιάζουν με ρητορικές διαλέξεις εμπλουτισμένες με μουσικά διαλείμματα. (Θα ξεχωρίσω, εν τούτοις, τις υπέροχες εκπομπές του Δαυίδ Ναχμία, που αποτελούν κόσμημα για το ελληνικό ραδιόφωνο.)

Στο πνεύμα του «προοδευτισμού» της εποχής, άκουσα πρόσφατα μία εκπομπή στο «Τρίτο», στην οποία ένας «ανοιχτόμυαλος» – κατά τον παρουσιαστή – καθηγητής πανεπιστημίου επιχείρησε με πάθος μέγα (και, νομίζω, κάποιον υπεμφαινόμενο σαρκασμό) να αποδομήσει κάθε ιδέα ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας ανάμεσα στην κλασική αρχαιότητα και τη σύγχρονη Ελλάδα. Σε κάποια σημεία του λόγου του, μάλιστα, άφησε περίπου να εννοηθεί ότι τέτοιες θεωρήσεις εκφράζουν σήμερα κατά κύριο λόγο τους εγχώριους νεο-ναζί. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, μερικούς αφελείς εθνικιστές.

Δεν αποτέλεσε έκπληξη, βέβαια, ότι στο τέλος αποκάλυψε το όραμά του για τον βαθμιαίο μετασχηματισμό της χώρας σε μία πολυπολιτισμική κοινωνία. Φυσικά, οι προϋποθέσεις του μετασχηματισμού αυτού δεν αναφέρθηκαν καν, ούτε φάνηκε να απασχολούν ιδιαίτερα τον ακαδημαϊκό. Αυτό στο οποίο εστίασε μόνο ήταν η «απαράδεκτη» και «ρατσιστική» συμπεριφορά της ελληνικής αστυνομίας να ελέγχει τα στοιχεία νομιμότητας όσων «απλά φαίνονται» αλλοδαποί (δεν θα το σχολιάσω περαιτέρω...).

Κάπου εκεί στο κλείσιμο της εκπομπής, εν είδει επιμυθίου, ο παρουσιαστής χαρακτήρισε την πολυπολιτισμικότητα ως βασικό συστατικό γνώρισμα μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Η τοποθέτηση αυτή έχει ενδιαφέρον γιατί θα μπορούσε να γίνει αφετηρία συζητήσεων πάνω στο ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας, γενικά. Ας δούμε μερικά σημεία μιας τέτοιας υποθετικής συζήτησης:

1. Η πολυπολιτισμικότητα δεν επιτυγχάνεται με πολιτικές ανοιχτών συνόρων, οι οποίες με μαθηματική βεβαιότητα οδηγούν στο χάος. Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, υπήρξαν εξαρχής πολυπολιτισμική χώρα. Η ένταξη, ωστόσο, ενός νέου μέλους στην αμερικανική κοινωνία δεν γίνεται άναρχα και εκβιαστικά, υπό μορφή τετελεσμένου. Η αμερικανική πολυπολιτισμικότητα δεν είναι μία de facto κατάσταση που προκαλείται από αδυναμία του κράτους να ελέγξει την παράνομη μετανάστευση, αλλά μία συνθήκη που υπόκειται σε κανόνες και θέτει προϋποθέσεις, με προεξάρχουσες εκείνες που αφορούν την εθνική ασφάλεια και αυτοσυντήρηση (όσο κι αν κάποιοι όροι είναι ασύμβατοι με το προοδευτικό λεξιλόγιο...).

2. Θα πρέπει εξ ορισμού να καλοδεχθούμε την πολυπολιτισμικότητα; Εξαρτάται... Δεν θα δεχθώ μία πραγματικότητα που μου επιβάλλεται, όταν αυτή έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στη χώρα μου, με κύριο χαρακτηριστικό την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας (συχνά, μάλιστα, στις πιο απάνθρωπες εκδοχές της). Αντίθετα, οφείλουμε να καλοδεχθούμε εκείνους που ήρθαν ή θα έρθουν με πρόθεση να ενταχθούν αρμονικά στην ελληνική κοινωνία και να προσφέρουν στη χώρα, σεβόμενοι απόλυτα τους νόμους και τα έθιμά της και διακείμενοι φιλικά απέναντι στους ανθρώπους της.

3. Υπάρχει η άποψη ότι θα πρέπει να εντάξουμε την πολυπολιτισμικότητα στους ευρύτερους εθνικούς σχεδιασμούς μας. Δεν θα διαφωνήσω καταρχήν. Θα πρέπει, όμως, πρώτα να καθορίσουμε τα όρια αυτής της πολυπολιτισμικότητας στην οποία, πλέον, εκόντες–άκοντες συμμετέχουμε. Πόση «πολυπολιτισμικότητα» αντέχει αυτή η μικρή χώρα που μόλις άρχισε να συνέρχεται από μια οικονομική καταστροφή; Ειδικότερα, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις (θετικές ή αρνητικές) στο ασφαλιστικό σύστημα; Ποιες τροποποιήσεις θα υποστεί, αναγκαία, το εκπαιδευτικό σύστημα; Πώς θα αντιμετωπιστεί το στεγαστικό πρόβλημα; Πώς θα διασφαλιστεί η δημόσια τάξη και ο έλεγχος του (μεμονωμένου ή οργανωμένου) εγκλήματος; Πώς θα αντιμετωπιστούν τυχόν ζητήματα θρησκευτικής ή πολιτισμικής δυσανεξίας; Ο κατάλογος ερωτημάτων είναι μόνο ενδεικτικός, και οι απαντήσεις εκκρεμούν...

4. Συνιστά η πολυπολιτισμικότητα τεκμήριο δημοκρατικότητας μιας κοινωνίας; Δεν είμαι βέβαιος! Κατά μία έννοια, πολυπολιτισμική ήταν και η Σοβιετική Ένωση... Μήπως, όμως, ισχύει το αντίστροφο; Δηλαδή, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι κάθε αληθινά δημοκρατική κοινωνία αποδέχεται (αν όχι και επιδιώκει) την πολυπολιτισμικότητα; Ούτε και αυτό ακούγεται λογικό. Το δημοκρατικό πολίτευμα είναι εσωτερικό θεσμικό ζήτημα που αφορά τους πολίτες μιας χώρας και σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει a priori τη διεύρυνση μιας κοινωνίας με εισαγόμενους φορείς διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Τώρα, το ότι την ιδέα της πολυπολιτισμικότητας αντιμάχονται οι εκπρόσωποι κάποιων ακραία αντιδημοκρατικών χώρων, δεν καθιστά εξ ορισμού την αποδοχή της ιδέας αυτής αδιαμφισβήτητο κριτήριο δημοκρατικότητας!

Πριν ξεκινήσουμε, λοιπόν, να χτίζουμε την προοδευτική πολυπολιτισμική κοινωνία που ονειρευόμαστε, θα πρέπει πρώτα να έχουμε ξεκαθαρίσει τι ακριβώς είναι αυτό που ζητούμε να χτίσουμε, καθώς και ποιο μίνιμουμ προϋποθέσεων ένα τέτοιο μεγαλόπνοο σχέδιο επιβάλλει. Διαφορετικά, η πολυπολιτισμικότητα θα είναι συνθήκη που θα μας επιβληθεί εκ των πραγμάτων ως τετελεσμένο άνευ όρων και ορίων, αντί αποτέλεσμα μιας συντεταγμένης διαδικασίας κάτω από τον απόλυτο έλεγχο της πολιτείας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι όποιες απόψεις πάνω στο ζήτημα αυτό δεν είναι δίκαιο να συνιστούν κριτήριο δημοκρατικότητας ή, κυρίως, έλλειψής της.

Κλείνω με μία υποσημείωση που, προσωπικά, θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική. Ένας από τους μεγαλύτερους φιλέλληνες της Ιστορίας υπήρξε ο Γερμανός μουσικοσυνθέτης, ποιητής και φιλόσοφος Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner, 1813-1883). Αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα είναι το γεγονός ότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους φιλέλληνες που αγάπησαν την Ελλάδα κυρίως (αν όχι αποκλειστικά) λόγω θαυμασμού για την αρχαιότητά της, ο Βάγκνερ (όπως φαίνεται καθαρά στην αυτοβιογραφία του) στράφηκε στη μελέτη της Κλασικής Ελλάδας έχοντας ως αφετηριακό ερέθισμα τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του σύγχρονού του Ελληνισμού. Για τον Βάγκνερ, η Ελλάδα αποτελούσε μία ενιαία ιδέα και μια πολιτιστική αξία με απόλυτη ιστορική συνέχεια. Μπορώ να φανταστώ, λοιπόν, ότι θα εξοργιζόταν σήμερα αν άκουγε τις απόψεις κάποιων «προοδευτικών» και «ανοιχτόμυαλων» εκπαιδευτικών. Για τους οποίους η άρνηση της Ελληνικότητας αποτελεί όχι μόνο πυρηνικό ιδεολογικό δόγμα αλλά, πιθανώς, και εφαλτήριο (αν όχι προϋπόθεση) επιτυχημένης ακαδημαϊκής καριέρας!

ΤΟ ΒΗΜΑ

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

Κάποιος φύλακας σε Πανεπιστήμιο μακρινό…


Το περιστατικό που θα αφηγηθώ είναι απολύτως αληθινό. Συνέβη κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και υπήρξα αυτόπτης μάρτυς του.

Είχε πάρει να βραδιάζει όταν τέλειωσε το καθιερωμένο βδομαδιάτικο σεμινάριο για μεταπτυχιακούς φοιτητές της Φυσικομαθηματικής Σχολής, σε ένα Πανεπιστήμιο κάπου στα δυτικά των ΗΠΑ. Για λόγους ασφαλείας, ο φύλακας είχε κλειδώσει μερικές δευτερεύουσες εισόδους του κτιρίου, αφήνοντας μόνο την κεντρική και κάποιες πλαϊνές εισόδους ανοιχτές.

Ως γνήσιοι Έλληνες που πάντα αναζητούν το ανορθόδοξο, επιλέξαμε τις δευτερεύουσες εξόδους μη γνωρίζοντας πως ήταν κλειδωμένες. Βλέποντας τον φύλακα να περνά από εκεί, μία φοιτήτρια τον πλησίασε βιαστικά και με σπαστά αγγλικά, δυνατή φωνή και έντονες, «μεσογειακές» κινήσεις, άρχισε να τον ρωτά γιατί η πόρτα ήταν κλειδωμένη.

Ο φύλακας την διέκοψε, ρίχνοντάς της ταυτόχρονα ένα αγριεμένο βλέμμα. Με τόνο αυστηρό που δεν σήκωνε συζήτηση, της είπε:

– Αυτό που μόλις έκανες, να μην το ξανακάνεις! Θα πρέπει να προσέχεις πώς απευθύνεσαι σε άνθρωπο που είναι οπλισμένος και έχει εκπαιδευτεί να βάζει το χέρι στο πιστόλι όταν νιώσει τον παραμικρό κίνδυνο. Κι εσύ ήρθες ξαφνικά από πίσω μου και με αιφνιδίασες μιλώντας έντονα και κάνοντας απότομες κινήσεις. Το ξέρεις ότι θα μπορούσα ακόμα και να σε είχα πυροβολήσει;

Ο φιλότιμος φύλακας, πάντως, ξεκλείδωσε πρόθυμα την πόρτα για να μην ταλαιπωρηθούμε κάνοντας το γύρο του κτιρίου...

Πιθανή απορία «πολιτικοποιημένου» (λέμε τώρα) ελληνάρα φοιτητή που σπουδάζει σε πανεπιστήμιο της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης:

– Μα, καλά, πώς ανέχονται οι φοιτητικοί σύλλογοι εκεί στην Αμερική την παρουσία οπλισμένων μπάτσων στα πανεπιστήμια;

Η απάντηση είναι απλή και προκαλεί μελαγχολία σε συσχετισμό με τα όσα θλιβερά συμβαίνουν εδώ. Σε ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο, οι φοιτητές δεν εισέρχονται για να ενταχθούν σε κομματικά ελεγχόμενους φοιτητικούς συλλόγους. Δεν χρησιμοποιούν τον πανεπιστημιακό χώρο σαν «επαναστατικό» ορμητήριο και εργαστήριο παρασκευής αυτοσχέδιων εκρηκτικών. Δεν διανοούνται να ακουμπήσουν τους διδάσκοντες – πόσο μάλλον να χειροδικήσουν πάνω τους – ούτε να εισβάλουν στα γραφεία τους καταστρέφοντας συγγράμματα, υπολογιστές και ό,τι άλλο βρουν μπροστά τους, επειδή και μόνο δεν συμφωνούν με τις πολιτικές απόψεις τους. Η ιδέα της «κατάληψης» πανεπιστημιακού χώρου είναι άγνωστη, και μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να επιχειρήσει κάτι τέτοιο (ή, κάποιος που έχει τη διαστροφική διάθεση να καταλήξει στη φυλακή)...

Στα αμερικανικά πανεπιστήμια υπάρχει σαφής και απόλυτος διαχωρισμός ρόλων. Ο φοιτητής είναι φοιτητής και ο δάσκαλος είναι δάσκαλος. Είναι αδιανόητο να αξιώνουν οι φοιτητές πάγια και θεσμικά κατοχυρωμένη εκπροσώπηση στα όργανα διοίκησης του πανεπιστημίου. Οι καθηγητές συναποφασίζουν για τις λεπτομέρειες του προγράμματος σπουδών, και οι φοιτητές υποχρεούνται να σεβαστούν τις αποφάσεις τους. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι καθηγητές κωφεύουν στις απόψεις, τις τυχόν ενστάσεις και τα αιτήματα των φοιτητών – κάτι τέτοιο δεν θα ήταν συμβατό με ένα δημοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα σαν αυτό των ΗΠΑ. Η τελική ευθύνη των αποφάσεων, όμως, βαρύνει αποκλειστικά τους διδάσκοντες.

Ο οπλισμένος φύλακας ενός αμερικανικού πανεπιστημίου τυγχάνει απόλυτου σεβασμού από τους φοιτητές, αφού υπάρχει εκεί για τη δική τους ασφάλεια. Ακόμα και η αμερικανική Αριστερά καλοδέχεται τις υπηρεσίες που προσφέρει και δεν τον αντιμετωπίζει με βάση το γνώριμό μας, συμπλεγματικό μετεμφυλιοπολεμικό δόγμα, «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Τυχόν απουσία φύλακα προκαλεί αίσθημα ανασφάλειας, όχι ανακούφισης, στους φοιτητές!

Οι οποίοι φοιτητές – περιττό που το επισημαίνω – βρίσκονται εκεί με μοναδικό σκοπό να μορφωθούν και να πάρουν εφόδια για τη ζωή τους. Πολλοί μάλιστα εργάζονται στον ελεύθερο χρόνο τους ώστε να καλύψουν τα έξοδα των σπουδών τους. Για κακή τους τύχη, από το πρόγραμμα σπουδών απουσιάζει το μάθημα του «επαναστατικού» χαβαλέ. Το οποίο θα πρέπει να είναι αρκετά ενδιαφέρον, αν κρίνω από το γεγονός ότι είναι το μόνο στο οποίο πολλοί (ευτυχώς όχι οι περισσότεροι) Έλληνες συμφοιτητές τους κατά κανόνα αριστεύουν. Ενίοτε, μάλιστα, φτάνουν να γίνουν ακόμα και πρόεδροι κυβερνήσεων!

Θα προστατέψουν ποτέ οι εκπαιδευτικοί θεσμοί μας εκείνους τους πολλούς που μπαίνουν στα πανεπιστήμια της χώρας με αληθινό σκοπό να μορφωθούν; Ή, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, θα πάρει ποτέ η Πολιτεία τη γενναία απόφαση να καταργήσει, επιτέλους, το άθλιο «πανεπιστημιακό άσυλο» που έχει μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε πολιτικές χωματερές (για να μη χρησιμοποιήσω κάποια άλλη, χυδαία έκφραση);

Χλωμό το βλέπω... Τα κουκουλοφόρα τάγματα του κόμματος (ονόματα δεν λέμε) δεν πρόκειται να αφήσουν πεζοδρόμιο αξήλωτο σ’ ολόκληρη την πόλη!

Aixmi.gr

Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

«Ματωμένο φεγγάρι»: Η μεγαλύτερη σεληνιακή έκλειψη του 21ου αιώνα


Με μικρή καθυστέρηση - και κατόπιν εορτής, αλλά το θέμα έχει πάντα ενδιαφέρον!

--------------------------------

Ένα «ματωμένο φεγγάρι» θα εμφανιστεί στο νυχτερινό ουρανό στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου σήμερα το βράδυ (σημ: 27/7/2018) καθώς η Σελήνη θα περάσει στη σκιά της Γης για τη μεγαλύτερη έκλειψη σελήνης του 21ου αιώνα.

Η πλήρης έκλειψη θα διαρκέσει μία ώρα, 42 λεπτά και 57 δευτερόλεπτα, αν και θα προηγηθεί και θα ακολουθήσει μερική έκλειψη, κάτι που σημαίνει πως η σελήνη θα περάσει συνολικά τρεις ώρες και 54 λεπτά στη σκιά της Γης, σύμφωνα με τη NASA.

Η έκλειψη θα είναι ορατή από την Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή από το ηλιοβασίλεμα έως τα μεσάνυχτα σήμερα 27η Ιουλίου και στη συνέχεια, από τα μεσάνυχτα μέχρι την ανατολή του ήλιου της 28ης Ιουλίου, στο μεγαλύτερο μέρος της Ασίας και της Αυστραλίας.

«Αποκαλείται ματωμένο φεγγάρι γιατί το φως του ήλιου περνάει μέσα από την ατμόσφαιρα της Γης στον δρόμο για τη σελήνη και η ατμόσφαιρα της Γης το κάνει κόκκινο όπως ο ήλιος όταν δύει γίνεται κόκκινος», δήλωσε ο Άντριου Φάμπιαν, καθηγητής αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.

Όταν η Σελήνη μετακινηθεί στην κωνική σκιά της γης από φωτεινή λόγω του ήλιου γίνεται σκοτεινή. Κάποιο φως, ωστόσο, θα φθάσει μέχρι τη σελήνη γιατί αποκτά μια κλίση λόγω της ατμόσφαιρας της Γης. (Σημ: Δηλαδή, το ηλιακό φως διαθλάται από την γήινη ατμόσφαιρα.)

«Αν σε αυτή την έκλειψη στεκόσαστε στη σελήνη, θα βλέπατε τον ήλιο και στη συνέχεια η Γη θα ερχόταν να σβήσει τον ήλιο», δήλωσε ο Φάμπιαν. Ο δακτύλιος της Γης θα λάμπει επειδή το φως διαχέεται από την ατμόσφαιρα της Γης».

Την ίδια ημέρα ο Άρης θα είναι πιο λαμπερός από ποτέ καθώς θα ταξιδεύει κοντά στη Γη, έτσι οι παρατηρητές θα μπορούν να δουν πώς είναι στ’ αλήθεια ο κόκκινος πλανήτης.

Απαντώντας σε ερώτηση αν η έκλειψη μπορεί να είναι ενός είδους οιωνός, ο Φάμπιαν, ο οποίος είπε ότι θα προσπαθήσει να παρατηρήσει την έκλειψη, έβαλε τα γέλια: «Οπωσδήποτε όχι. Η αστρολογία δεν είναι ο τομέας μας»

Η έκλειψη της σελήνης δεν θα είναι ορατή από τη Βόρεια Αμερική ούτε από το μεγαλύτερο μέρος του Ειρηνικού. Η επόμενη σεληνιακή έκλειψη τέτοιας διάρκειας αναμένεται το 2123.

Πηγή: in.gr


Σημείωση: Όταν το φως του ήλιου περνάει μέσα από την ατμόσφαιρα της Γης έχοντας διανύσει μεγάλες αποστάσεις, γίνεται κόκκινο, όπως κι ο ίδιος ο ήλιος γίνεται κόκκινος όταν δύει. Αυτό οφείλεται στο φαινόμενο της σκέδασης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Δείτε, για παράδειγμα, σελ. 189 του βιβλίου που χρησιμοποιούν (και μισούν!) οι μαθητές μου.

Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Οι «ένοχοι» του Μεγάλου Πολέμου


Κλείνει φέτος ένας αιώνας από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου – του «Μεγάλου Πολέμου», όπως αποκλήθηκε στην εποχή του, πριν η ανθρωπότητα βιώσει μία ακόμα παγκόσμια ανθρωποσφαγή. Αν και σε πολλούς από εμάς ο πόλεμος αυτός φαντάζει «αρχαία Ιστορία», η αμφίπλευρα αιτιατική θέση του στο ιστορικό συνεχές δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί.

Πράγματι, ο Μεγάλος Πόλεμος (1914-18) θα μπορούσε να ιδωθεί σαν μακρινό ιστορικό αποτέλεσμα του Γαλλοπρωσικού Πολέμου του 1870-71 και, παράλληλα, σαν «πρώτος γύρος» μιας παγκόσμιας κρίσης που κορυφώθηκε με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-45). Πέρα από την καταγραφή πολεμικών γεγονότων και πολιτικών και διπλωματικών συσχετισμών, όμως, υπάρχει μία υποχθόνια σχέση ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους, η οποία αφορά την αξία – ή, για την ακρίβεια, τη μαζική απαξίωση – της ανθρώπινης ζωής...

Από τη στιγμή της κατάταξής τους στους μαζικούς στρατούς, οι στρατιώτες του Μεγάλου Πολέμου μετατρέπονταν αυτόματα σε αριθμούς πολεμικού μητρώου που αντιπροσώπευαν αναλώσιμες ανθρώπινες μονάδες. Ζούσαν για μήνες ολόκληρους θαμμένοι μέσα σε άθλια χαρακώματα παρέα με τη λάσπη, τις ψείρες και τους αρουραίους, περιμένοντας τον ήχο της σφυρίχτρας που θα σήμαινε την έναρξη μιας νέας μάχης. Και τότε, τα κύματα των «αριθμών μητρώου» έπρεπε να βγουν από τα προστατευτικά λαγούμια τους και να ξεπροβάλουν στη «γη του κανενός» (no man’s land) με αποστολή να επιτεθούν στο αντίπαλο χαράκωμα. Στο οποίο ελάχιστοι κατόρθωναν να φτάσουν, αφού τους πιο πολλούς είχαν ήδη θερίσει στα μέσα της διαδρομής τα καλά οχυρωμένα πολυβόλα των αμυνόμενων. Και οι αρουραίοι αποκτούσαν υπερμεγέθεις διαστάσεις τρεφόμενοι με τα πτώματα των στρατιωτών, πεσόντων καταρχήν υπέρ πατρίδος αλλά κατ’ ουσίαν (και) στο βωμό της ικανοποίησης του εγωισμού υπερφίαλων στρατηγών.

Πράγματι, σύμφωνα με τη γνώμη των περισσοτέρων ιστορικών αναλυτών, ένα σημαντικό ποσοστό των θανάτων στα χαρακώματα (κυρίως του Δυτικού Μετώπου) ήταν προϊόν άσκοπης ανθρωποθυσίας με μηδαμινό κέρδος από άποψη στρατηγικού αποτελέσματος. Οι απώλειες κατά τις μάχες έπαιρναν συχνά «αυτοκτονικές» διαστάσεις. Στη Μάχη του Somme (1916) οι Γερμανοί και οι Βρετανοί έχασαν από 400,000 η κάθε πλευρά, ενώ οι Γάλλοι έχασαν 200,000. Η «ανταμοιβή» για τις αγγλο-γαλλικές απώλειες ήταν μία μέγιστη προέλαση 7 μιλίων! Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, η ανεπιτυχής γερμανική πολιορκία του Verdun κόστισε τη ζωή σε 336,000 Γερμανούς και 350,000 Γάλλους στρατιώτες. Στη διαβόητη μάχη στο Passchendaele (1917) πάνω από 370,000 Βρετανοί στρατιώτες χάθηκαν με «κέρδος» λίγων μόλις τετραγωνικών χιλιομέτρων λασπωμένης γης, διάτρητης από τις οβίδες του πυροβολικού...

Αυτή η μαζική απαξίωση της ανθρώπινης ζωής ξέφυγε από τα πεδία των μαχών και βρήκε μία ακόμα σκοτεινότερη έκφρασή της στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ομοιότητες με τα χαρακώματα τρομάζουν, ιδίως σε ό,τι αφορά την μετατροπή ανθρώπινων μονάδων σε αριθμούς μητρώου κατά την είσοδό τους στο φονικό σύστημα. Με κίνδυνο να εξοργίσω τον αναγνώστη, θα καταθέσω την αδυναμία μου να απαντήσω στο υποθετικό – και όχι ρητορικό – ερώτημα, γιατί, π.χ., ο Rudolf Höss (ο «χασάπης» του Auschwitz) ήταν μεγαλύτερος εγκληματίας πολέμου από τον Βρετανό στρατηγό Sir Douglas Haig που, εν πολλοίς από στρατιωτικό καπρίτσιο, έστειλε σε άσκοπο θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες στρατιωτών σε Somme και Passchendaele, για να μην αναφερθώ και στις αμέτρητες θανατικές καταδίκες που ελαφρά τη καρδία υπέγραψε, για όσους απλά δεν άντεξαν στα χαρακώματα. Ανεξάρτητα από τις όποιες αξιολογήσεις ιδεολογικών κινήτρων, αυτή η ολική περιφρόνηση προς την ανθρώπινη ζωή, κυνικά εκφρασμένη μέσω υπηρεσιακών διαταγών μαζικού θανάτου, καθιστά τις ηθικές διαφοροποιήσεις δυσδιάκριτες...

Σε ό,τι αφορά, τώρα, τον ίδιο τον Μεγάλο Πόλεμο, ο επιμερισμός «ενοχών» για το ξέσπασμα ή, τουλάχιστον, την μη αποτροπή του, είναι δύσκολη υπόθεση και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης ως τις μέρες μας. Κάποιοι ιστορικοί (όπως, π.χ., ο Αμερικανός William Keylor) επιμένουν ότι το βάρος της ευθύνης πέφτει κυρίως στους ώμους της υπέρμετρα φιλόδοξης και πολεμοχαρούς Γερμανίας. Άλλοι συγγραφείς, όμως (όπως ο σπουδαίος Βρετανός ιστορικός James Joll) επιμερίζουν πιο συμμετρικά τις ευθύνες.

Σε κάθε περίπτωση, κάθε μονομερής απόδοση ευθυνών για το ξέσπασμα του πολέμου θα ήταν εξαιρετικά απλοϊκή. Από τη μία, στην τελική κρίση του Ιουλίου του 1914 η γερμανική κυβέρνηση ενήργησε με τρόπο που επιτάχυνε τον πόλεμο. Από την άλλη, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί ο ενθουσιασμός με τον οποίο υποδέχθηκαν τον πόλεμο οι λαοί όλων των εμπλεκομένων χωρών (ειδικά, της Γαλλίας) και η βεβαιότητα όλων των κυβερνήσεων ότι ο πόλεμος ήταν ο μόνος τρόπος να προστατέψουν τα εθνικά τους συμφέροντα που απειλούνταν.

Ας εξετάσουμε συνοπτικά το πλέγμα εθνικών συμφερόντων και κινήτρων στις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου:

1. Διακαή πόθο για τη Γαλλία αποτελούσε η επανάκτηση των επαρχιών της Αλσατίας και της Λωρραίνης, τις οποίες είχε απολέσει το 1871 σαν αποτέλεσμα της ταπεινωτικής ήττας της στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο. Αυτός θα ήταν και ο πρωταρχικός στόχος της σε περίπτωση πολέμου με τη Γερμανία. Το στρατιωτικό πλεονέκτημα της Γαλλίας έναντι της Γερμανίας το πρόσφερε η συμμαχία της με τη Ρωσία, πράγμα που θα ανάγκαζε τη Γερμανία να διεξαγάγει πόλεμο σε δύο μέτωπα.

2. Η συμμαχία με τους Γάλλους «έλυνε τα χέρια» – όπως τουλάχιστον η ίδια πίστευε – στη Ρωσία σε ό,τι αφορούσε τις επεκτατικές φιλοδοξίες της προς τον νότο, δηλαδή, την αύξηση της επιρροής της στα Βαλκάνια (η Ιστορία, τελικά, κάνει κύκλους, όπως συνηθίζεται να λέγεται!). Από την άλλη, η Ρωσία δεν ξεχνούσε ποτέ την διπλωματική ταπείνωση που είχε υποστεί από την βασική σύμμαχο της Γερμανίας, την Αυστροουγγαρία, λόγω του τρόπου με τον οποίο η τελευταία είχε μεθοδεύσει την προσάρτηση της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης (1908).

3. Η Αυστροουγγαρία είχε δικά της, εσωτερικά προβλήματα να αντιμετωπίσει, τα οποία σχετίζονταν κυρίως με την πολυεθνική σύνθεση της αυτοκρατορίας. Ειδικότερα, η κατά κύριο λόγο σλαβική εθνοτική σύνθεση της Βοσνίας έδινε «πάτημα» στη γειτονική Σερβία να διεκδικεί την αυστροουγγρική επαρχία. Στο πλευρό της Σερβίας ήταν, φυσικά, η Ρωσία, που είχε αναλάβει ρόλο αυτόκλητου προστάτη όλων των σλαβικών πληθυσμών της νοτιοανατολικής Ευρώπης.

4. Η περίπτωση της Βρετανίας χρήζει ιδιαίτερης εξέτασης. Η χώρα μπήκε στον πόλεμο όχι λόγω της Entente Cordiale με τη Γαλλία (που ήταν απλή «συμφωνία κυρίων» και όχι σύμφωνο στρατιωτικής υποστήριξης) αλλά, τυπικά, με αφορμή την παραβίαση της ουδετερότητας του Βελγίου από τη Γερμανία. Οι λόγοι, όμως, της εμπλοκής της Βρετανίας στο πλευρό της Γαλλίας ήταν βαθύτεροι και, σύμφωνα με τους ιστορικούς αναλυτές, αφορούσαν τόσο τον ναυτικό ανταγωνισμό με τη Γερμανία, όσο και ένα πάγιο βρετανικό αμυντικό δόγμα, σύμφωνα με το οποίο καμία εχθρική δύναμη δεν θα έπρεπε να κατέχει στρατηγικές θέσεις στην απέναντι ακτή της Μάγχης.

5. Αφήσαμε τελευταία τη Γερμανία γιατί αποτελεί την πιο σύνθετη περίπτωση. Τα κίνητρα που την ώθησαν στον πόλεμο ήταν τόσο οικονομικά, όσο και στρατιωτικά. Κατά πρώτον, η Γερμανία ζητούσε μια δική της «θέση στον ήλιο» στις παγκόσμιες αγορές, στις οποίες είχαν διεισδύσει και κυριαρχούσαν η Βρετανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ. Ο οικονομικός επεκτατισμός, όμως, καθιστούσε αναγκαία μια στρατιωτική υπεροχή που μοιραία θα επιβεβαιωνόταν μέσα από σύγκρουση. Αλλά, για να έχει μια τέτοια σύγκρουση πιθανότητες επιτυχίας, η Γερμανία θα έπρεπε να βιαστεί. Η γαλλο-ρωσική συμμαχία την υποχρέωνε εκ των πραγμάτων να διεξαγάγει πόλεμο σε δύο μέτωπα, την επιτυχή έκβαση του οποίου θα εξασφάλιζε – σύμφωνα με τους γερμανικούς στρατιωτικούς κύκλους – η κατά γράμμα εφαρμογή του πολεμικού σχεδίου που είχε καταστρώσει ο Κόμης Alfred von Schlieffen, πρώην αρχηγός του αυτοκρατορικού γενικού επιτελείου. Οι προϋποθέσεις του σχεδίου Schlieffen, όμως, ατονούσαν σταδιακά καθώς ενισχυόταν η αριθμητική δύναμη του γαλλικού στρατού, ενώ παράλληλα εκσυγχρονιζόταν το σιδηροδρομικό δίκτυο των Ρώσων.

Την αφορμή που ζητούσε η Γερμανία την έδωσε ένας Σέρβος εθνικιστής, ο Gavrilo Princip, όταν στις 28 Ιουνίου 1914 δολοφόνησε στο Σαράγεβο, πρωτεύουσα της Βοσνίας, τον διάδοχο του θρόνου της Αυστροουγγαρίας, Αρχιδούκα Franz Ferdinand, και την σύζυγό του Σοφία. Το ντόμινο που θα οδηγούσε στην κόλαση των χαρακωμάτων είχε μόλις ξεκινήσει...

Είναι ενδιαφέρον, τώρα, να καταγράψουμε τη στάση των κυβερνήσεων μετά το Σαράγεβο και ως το ξέσπασμα των εχθροπραξιών, για να ζυγίσουμε τις ευθύνες της κάθε πλευράς. Παραθέτουμε τα γεγονότα επιγραμματικά:

1. Το Βερολίνο ενθάρρυνε τη Βιέννη να στείλει ένα ταπεινωτικό τελεσίγραφο στο Βελιγράδι (23 Ιουλίου 1914). Παράλληλα, η Γερμανία υποσχέθηκε πλήρη στρατιωτική υποστήριξη στην Αυστρία σε περίπτωση πολέμου, ενώ ταυτόχρονα ναρκοθέτησε τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες της βρετανικής κυβέρνησης.

2. Με τη λήξη της προθεσμίας που έθετε το τελεσίγραφο, η Αυστρία κήρυξε τον πόλεμο στη Σερβία (28 Ιουλίου). Την επόμενη μέρα, η Ρωσία («προστάτιδα» των Σέρβων) αποφάσισε μερική κινητοποίηση του στρατού της κοντά στα αυστριακά σύνορα, η οποία σύντομα κλιμακώθηκε σε πλήρη κινητοποίηση.

3. Η Γερμανία είχε τώρα το πρόσχημα που της χρειαζόταν για πόλεμο κατά της Ρωσίας. Προσπαθώντας να προλάβει την ενεργοποίηση των όρων της γαλλο-ρωσικής συμμαχίας, έστειλε ένα απαράδεκτο τελεσίγραφο στο Παρίσι αξιώνοντας δήλωση ουδετερότητας της Γαλλίας σε περίπτωση ρωσογερμανικού πολέμου. Όπως ήταν φυσικό, η Γαλλία απέρριψε το τελεσίγραφο και στη χώρα διατάχθηκε πλήρης κινητοποίηση του στρατού.

4. Στις 2 Αυγούστου τα γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν την επίθεση κατά της Γαλλίας, εισβάλλοντας αρχικά στο Βέλγιο. Η παραβίαση της ουδετερότητας του Βελγίου έδωσε το αναγκαίο διπλωματικό «πάτημα» στη Βρετανία για να κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία (4 Αυγούστου).

Τα πολεμικά γεγονότα θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο ενός επόμενου σημειώματος, εφόσον υπάρξει σχετικό ενδιαφέρον από τους αναγνώστες. Αυτό που θα θέλαμε να επισημάνουμε κλείνοντας το παρόν κείμενο είναι ότι οι ρόλοι του «καλού» και του «κακού» δεν διανέμονται απόλυτα και μονοσήμαντα στον Μεγάλο Πόλεμο, σε αντίθεση με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όπου ο πολιτισμένος, δημοκρατικός κόσμος στάθηκε απέναντι στη βαρβαρότητα του ναζισμού.

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν κυρίως αποτέλεσμα αυξανόμενου οικονομικού ανταγωνισμού, ανεξόφλητων ιστορικών λογαριασμών και χρονολογούμενων εθνικών μνησικακιών ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις. Συνέβαλαν όμως σε αυτόν και οι υπέρμετρες φιλοδοξίες και ο εθνικιστικός τυχοδιωκτισμός μικρότερων κρατών. Ο πόλεμος άφησε πίσω του κάπου 9 εκατομμύρια νεκρούς στα πεδία των μαχών, ενώ περισσότερο από διπλάσιος ήταν ο αριθμός των τραυματιών, πολλοί από τους οποίους έζησαν ακρωτηριασμένοι στο υπόλοιπο της ζωής τους.

Σε αυτό τον πόλεμο, περισσότερο από οποιονδήποτε προηγούμενο, ο στρατιώτης κατέστη μαζικά αναλώσιμο είδος και η αξία της ανθρώπινης ζωής ευτελίστηκε σχεδόν απόλυτα. Ανάλογο ευτελισμό θα υφίστατο και πάλι η ανθρώπινη υπόσταση είκοσι και κάτι χρόνια αργότερα. Τούτη τη φορά όχι στα χαρακώματα αλλά στους θαλάμους των αερίων...

* Επί του πιεστηρίου: Την ώρα που γράφονταν οι τελευταίες γραμμές του κειμένου, στην Ανατολική Αττική είχε μόλις ξεκινήσει να εκτυλίσσεται η τραγωδία ενός αληθινού ελληνικού Ολοκαυτώματος με αμέτρητους (στην κυριολεξία) νεκρούς. Το κείμενο αυτό, που ως κεντρική του ιδέα έχει την αξία της ανθρώπινης ζωής, αφιερώνεται στη μνήμη τους, με την ευχή «ποτέ ξανά»...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

Το δηλητήριο στο μπιφτέκι του σκύλου...


Αν θέλεις να δηλητηριάσεις έναν σκύλο, δεν θα πρέπει να του βάλεις την κάψουλα με το δηλητήριο απευθείας στο στόμα: το πιο πιθανό είναι ότι θα την φτύσει αμέσως! Θα είναι πολύ αποτελεσματικότερο να τοποθετήσεις το δηλητήριο μέσα στο μπιφτέκι. Τότε, μαζί με την γευστική απόλαυση, το ζωντανό θα καταπιεί και το μέσο του αφανισμού του...

Οδηγήθηκα σ' αυτή την παραβολική σκέψη διαβάζοντας ένα κείμενο από κάποιο site, το οποίο είδα τυχαία αναρτημένο σε γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Κείμενο επιφανειακά νοσταλγικό για "ωραίες" εποχές που έφυγαν ανεπιστρεπτί - και, από αυτή την άποψη, φαινομενικά "αθώο". Η "κάψουλα" με το δηλητήριο, όμως, κρυβόταν στις λεπτομέρειες...

Ακόμα χειρότερα: Αν και το ίδιο το άρθρο ήταν προγενέστερο του προσφάτου συμβάντος, η ανάρτηση από τον χρήστη του μέσου έγινε εμφανώς ως αντίδραση στη συγκίνηση που προκάλεσε σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης η τραγωδία της Αργυρούπολης, όπου ένα νέο παιδί έθεσε τέλος στη ζωή του μη αντέχοντας το απάνθρωπο μπούλινγκ που υφίστατο. Είμαι βέβαιος ότι ανάλογες αναρτήσεις θα είχαν γίνει προηγουμένως με αφορμή τις δολοφονίες του Άλεξ και του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Το concept είναι κοινό: Αν δεν είσαι αρκετά "μάτσο" για να τα βγάλεις πέρα με τη βία που σου ασκείται, επειδή έχεις ανατραφεί με τις αξίες της ευγένειας και του πολιτισμού, τότε είσαι ένας "φλώρος" που δεν θα πείραζε να μας αδειάσει τη γωνιά!

Αλλά, ποιο είναι το "δηλητήριο"; Αν διαβάσει κάποιος προσεκτικά το κείμενο θα δει να αναδύονται οι αρχές, οι αξίες και το εν γένει πνεύμα που κυριαρχούσε στην Νεολαία του Χίτλερ (Hitlerjugend). Εκεί, βέβαια, όλα αυτά υπηρετούσαν έναν πολύ συγκεκριμένο εθνικό στόχο των ναζί: να μετατρέψουν άγουρες συνειδήσεις αγοριών και κοριτσιών σε δολοφονικά ένστικτα, απαραίτητη προϋπόθεση για την δημιουργία ενός κατακτητικού στρατού μοναδικής σκληρότητας!

Είναι κοινό μυστικό, όμως, ότι σε τούτη εδώ τη χώρα υπάρχουν ακόμα και σήμερα θαυμαστές του ναζισμού. Το ότι εμφιλοχώρησαν στο κοινοβουλευτικό σύστημα δεν στάθηκε ικανό να τους εκδημοκρατίσει ώστε να αποβάλουν τα νοσηρά ανακλαστικά που κουβαλούν. Τους είδαμε πρόσφατα, για παράδειγμα, να κάνουν αισθητή την παρουσία τους σε πορεία για εθνικό θέμα, στην οποία συμμετείχαν και κατά τη διάρκεια της οποίας επιδόθηκαν αναίτια και απρόκλητα στη βεβήλωση μνημείου αφιερωμένου στα θύματα της ρατσιστικής θηριωδίας των ναζί...

Σταχυολογώ κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα του κειμένου στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω (οι "κάψουλες με το δηλητήριο" που λέγαμε):

"Γενικά δεν ήμασταν τόσο ευαίσθητα παιδιά, ούτε παίρναμε βαριά ό,τι μας έκαναν (...). Σήμερα θα μας χαρακτήριζαν αγροίκους και απολίτιστους."

"Τα σύγχρονα αγόρια διακρίνονται για την μαλθακότητα και την ηττοπάθειά τους. Γεννήματα υπερπροστατευτικών γονέων που έχουν αναθρέψει μία γενιά άβουλων ανθρώπων που δεν λερώθηκαν ποτέ, δεν χτύπησαν ποτέ, δεν τσακώθηκαν και γενικώς έπαψαν να ζουν πριν προλάβουν να γεράσουν. Μία ολόκληρη γενιά γαλουχημένη μονάχα με τις θηλυκές αρετές, όπως η φροντίδα, η ευαισθησία και η λεπτότητα, ενώ απέβαλε και στιγμάτισε τις ανδρικές αρετές, το θάρρος, την ακεραιότητα, την σκληραγωγία και την τιμή. Όλα αυτά για να γίνουν πιο πολιτισμένα και ευγενικά τα παιδιά."

"Σήμερα επιβραβεύονται τα θύματα, όχι οι αγωνιζόμενοι. (...) Η ηττοπάθεια έχει ποτίσει τις δυτικές κοινωνίες και γαλουχούνται ολόκληρες γενιές άβουλων και μουδιασμένων ανθρώπων που έχουν ασπαστεί τον φεμινισμό και την κουλτούρα του θύματος."

"Να αφήσουμε τα παιδιά να λερωθούν, να χτυπήσουν, να τσακωθούν και μετά να τα βρουν. Αυτή είναι η ανθρώπινη κοινωνία, δεν χρειάζεται και δεν γίνεται να αγαπιόμαστε συνέχεια, ούτε πρέπει να δημιουργήσουμε μία γενιά λοβοτομημένων και νεκροζώντανων ανθρώπων για να σταματήσουμε τις διαμάχες."


Στο κείμενο, βέβαια, υπάρχει και το "μπιφτέκι", αφού λέγονται και μερικά πράγματα σε διαφορετικό πνεύμα, με στόχο να καθαγιάσουν τις προθέσεις:

"Τα παιδιά έγιναν πιο ακοινώνητα (...) με συνέπεια να γεμίσουν το κενό και την απουσία των εξωτερικών δράσεων με βιντεοπαιχνίδια και κάθε λογής δώρα που τα κατέστησαν αποβλακωμένα. (...) Οι δάσκαλοι δεν μπορούν και δεν τολμούν να τα πειθαρχήσουν γιατί οι γονείς δεν θέλουν να πληγωθούν και να καταπιεστούν τα καμάρια τους."

"Ελάχιστοι θα θυσίαζαν το συμφέρον τους για να υπερασπιστούν το καλό και το δίκαιο. Γι’ αυτό όσοι το κάνουν θεωρούνται ξεχωριστοί και αξιέπαινοι και τους αποδίδουμε φόρο τιμής."

"Προσωπικά προτιμώ την συνολική άσκηση των αρετών, τόσο την συντροφικότητα, την συμπόνοια, την ευγένεια και την καλοσύνη, όσο την ανδροπρέπεια, το θάρρος, τη μαχιμότητα και την σκληραγωγία."

Ώστε, στις αρετές θα πρέπει να συμπεριλάβουμε, τελικά, την ευγένεια; Γιατί, αποκόμισα την εντύπωση ότι ευγένεια και πολιτισμός είναι "κοριτσίστικες" ιδιότητες!

Δείτε ολόκληρο το κείμενο. Εντύπωση προξενεί το γεγονός ότι ο συντάκτης αποκρύπτει επιμελώς την ταυτότητά του. Ίσως στο "Κολοκοτρωνέικο" θάρρος δεν περιλαμβάνεται αυτό της γνώμης...

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι «ηθικός» ο Φιλελευθερισμός;

Milton Friedman

Ο Μίλτον Φρίντμαν (Milton Friedman, 1912–2006) θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους «γκουρού» του σύγχρονου Φιλελευθερισμού. Ενός αλά καρτ Φιλελευθερισμού, βέβαια, ο οποίος εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στην Οικονομία (θα χρησιμοποιήσω εδώ τον καθ’ όλα δόκιμο όρο «νεοφιλελευθερισμός») ενώ ταυτόχρονα καλοδέχεται αυταρχικά πολιτικά καθεστώτα σαν αυτό του Αουγούστο Πινοσέτ στη Χιλή, ή συντηρητικές κυβερνήσεις που επιχείρησαν να καταργήσουν κατακτημένες κοινωνικές ελευθερίες, όπως η κυβέρνηση Ρόναλντ Ρέιγκαν στις ΗΠΑ.

Σε αμέτρητες βιντεοσκοπημένες ομιλίες και συνεντεύξεις του, ακούμε τον Φρίντμαν να θέτει με το γνωστό μειλίχιο ύφος του – που, ας μου επιτραπεί να πω, παραπέμπει μάλλον σε αλαζονική επίγνωση προσωπικής δύναμης παρά σε αυθεντική πραότητα χαρακτήρα – το ρητορικό ερώτημα: «Τι καλύτερο υπάρχει από μία οικειοθελή συναλλαγή ανάμεσα σε ελεύθερους ανθρώπους;»

Όσο και αν, επιφανειακά, το ερώτημα ακούγεται λογικό και αυταπάντητο, μέσα στην (σκόπιμα;) απλοϊκή γενικότητά του παραλείπει να συνυπολογίσει μία σημαντική παράμετρο που αφορά τον συσχετισμό ισχύος ανάμεσα στα «ελεύθερα συναλλασσόμενα» μέρη. Για παράδειγμα, μία διαπραγμάτευση μεταξύ δύο εμπορικών επιχειρήσεων, ή μεταξύ μιας επιχείρησης και ενός ισχυρού εργατικού συνδικάτου, δεν μπορούν να συγκριθούν με εκείνη ενός απλού εργαζόμενου με τον εργοδότη του!

Σε ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς, έτσι, η διαχείριση της ισχύος είναι ένα κατά βάση ηθικό ζήτημα. Ο νεοφιλελευθερισμός απεχθάνεται το κοινωνικό κράτος και πρεσβεύει ότι η όποια κοινωνική αλληλεγγύη θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε ιδιωτική φιλανθρωπία και όχι σε κρατική μέριμνα. Επαφίεται, λοιπόν, στη συνείδηση του «έχοντος» το να εκχωρήσει στον «μη έχοντα» ένα μέρος της δικής του δυνατότητας για περισσότερο αξιοπρεπή επιβίωση και καλύτερες προοπτικές ζωής.

Βέβαια, εξίσου αλά καρτ είναι ο Φιλελευθερισμός που πρεσβεύουν αντίπαλοι του νεοφιλελευθερισμού όπως, π.χ., οι κοινωνικοί φιλελεύθεροι (Liberals) της αμερικανικής Αριστεράς. Σε κοινωνικό επίπεδο, μάχονται υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, της ατομικής ελευθερίας και της κοινωνικής ισότητας, ενώ υπερασπίζονται το δικαίωμα στην ιδιαιτερότητα και εναντιώνονται σε κάθε μορφή ρατσισμού (με την γενικότερη δυνατή έννοια του όρου). Από την άλλη, όμως, αντιμάχονται την απόλυτη οικονομική ελευθερία και το δικαίωμα στον ανταγωνισμό, ενώ θέτουν περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου υιοθετώντας το ανελεύθερο και αντιδημοκρατικό δόγμα της πολιτικής ορθότητας (political correctness).

Οι νεοφιλελεύθεροι δικαίως θα επικαλεστούν τις καταχρήσεις και αδικίες που ενδημούν στο κρατικοκεντρικό σύστημα, έτσι τουλάχιστον όπως το γνωρίζουμε σε αυτήν εδώ τη χώρα. Οι αθρόοι ψηφοθηρικοί διορισμοί σε ένα διαχρονικά δυσλειτουργικό και μη-φιλικό προς τον πολίτη Δημόσιο, οι εκβιαστικές αυθαιρεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος των «βολεμένων» που συχνά-πυκνά καταταλαιπωρούν τους πολίτες, η χιονοστιβάδα των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων σε ανθρώπους νέας και παραγωγικής ηλικίας, κλπ., είναι φαινόμενα γνωστά σε όλους. Η μαζική (και, κυρίως, η όχι νόμιμη) μετανάστευση των τελευταίων χρόνων έχει προσθέσει μερικά ακόμα κακώς κείμενα στο κράτος πρόνοιας. Για παράδειγμα, ασφαλιζόμενοι έχουν ακουστεί να παραπονούνται ότι κάποιες φορές δυσκολεύονται να βρουν θέσεις σε δημόσια νοσοκομεία γιατί αυτές είναι ήδη κατειλημμένες από ανθρώπους που ουδέποτε εργάστηκαν (επίσημα, τουλάχιστον) σε αυτή τη χώρα και, ως εκ τούτου, δεν κατέβαλαν το παραμικρό προς συντήρηση του δημόσιου συστήματος Υγείας.

Το λατρεμένο μας κρατικοκεντρικό, Κεϋνσιανής απόχρωσης κοινωνικό σύστημα, λοιπόν, που έθρεψε γενιές και γενιές στη νεότερη Ιστορία μας, αποδείχθηκε προβληματικό στην εφαρμογή του και οδήγησε, τελικά, τη χώρα στη χρεοκοπία. Παρεμπιπτόντως, ας μη θεωρηθεί ότι το αριστερόστροφο αυτό σύστημα εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο από καλοπροαίρετα και ανθρωπιστικά διακείμενα δημοκρατικά καθεστώτα. Ο πρώτος που το εφάρμοσε στην πράξη (πριν το υιοθετήσει ο ίδιος ο Ρούσβελτ για την αντιμετώπιση της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης του Μεσοπολέμου στην Αμερική) ήταν ένας πολύ γνωστός μας Γερμανός δικτάτορας με περίεργο μουστάκι. Κάπου διάβασα μάλιστα πως, αρχικά, ο ίδιος ο Κέυνς είχε εκφράσει τον θαυμασμό του για την οικονομική πολιτική των Ναζί!

Το ερώτημα, τώρα, είναι: Αν υποτεθεί ότι απέτυχε ο Κέυνς, θα πρέπει άραγε να στραφούμε στον Δαρβίνο; Ο Μίλτον Φρίντμαν θα ορκιζόταν ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος για τη σωτηρία! Σε ό,τι αφορά τα καθαρά οικονομικά ζητήματα, αφήνω τους ειδικούς να τον επιβεβαιώσουν ή να τον αμφισβητήσουν. Η Οικονομία, όμως, αντιπροσωπεύει μία μόνο όψη της ζωής. Αν ο άνθρωπος επιδίδεται οικειοθελώς σε φιλανθρωπίες, τούτο δεν το υπαγορεύει η ανάγκη επιβίωσης ή η επιδίωξη περαιτέρω πλουτισμού, αλλά ένα εσωτερικό κίνητρο που σχετίζεται με την ανθρώπινη συνείδηση. Και η συνείδηση είναι εκείνη που καθορίζει τα υποκειμενικά και εξατομικευμένα όρια του ηθικού.

Υπάρχει «ηθική» στον Φιλελευθερισμό – με τον καθολικό και σύμμετρο τρόπο που ορίζεται αυτός στο εξαιρετικά παιδαγωγικό βιβλίο «Φιλελευθερισμός» του Αριστείδη Χατζή; Στο σημείο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να παραθέσω ως παράδειγμα ένα πραγματικό περιστατικό που μου μετέφερε αυτήκοη μάρτυς:

Η «ψυχή» της γυναικοπαρέας αφηγείτο με κομπασμό και ιδιαίτερα θετική διάθεση μία πρόσφατη εμπειρία της. Είχε βρεθεί προσκεκλημένη σε δείπνο από ένα ζευγάρι γνωστών. Η οικοδέσποινα αντιμετώπιζε από καιρό σοβαρό πρόβλημα υγείας που της είχε προκαλέσει αναπηρία και την υποχρέωνε σε μερική ακινησία. Θέλοντας να προβάλει εμφατικά την δική της καλή κατάσταση υγείας και την άριστη κινητικότητά της, η προσκεκλημένη άρχισε κάποια στιγμή να χορεύει προκλητικά υπό τους ήχους της μουσικής του ραδιοφώνου και το λάγνο βλέμμα τού (προφανώς στερημένου) κυρίου – αλλά και το μελαγχολικό εκείνο της (ήδη παραιτημένης από τη ζωή) συζύγου του...

Κάποιοι αναγνώστες θα μιλήσουν για την πιο απεχθή μορφή ανηθικότητας. Δεν θα διαφωνήσω μαζί τους! Θα επισημάνω, εν τούτοις, ότι, με βάση τις αρχές του Φιλελευθερισμού, η αυτοσχέδια χορεύτρια εξάσκησε ένα αναφαίρετο δικαίωμά της: να ορίζει η ίδια την κίνηση του σώματός της. Εκτός αυτού, δεν προκάλεσε την παραμικρή επιπρόσθετη σωματική βλάβη στην ανάπηρη κυρία. Ο χορός της προσκεκλημένης, λοιπόν, όσο ακραία και αποκρουστική συμπεριφορά και αν θεωρείται, είναι απόλυτα συμβατός με την φιλελεύθερη κοσμοθεώρηση. Το αν είναι ή όχι ηθική πράξη, είναι μια άλλη ιστορία που αφορά, ίσως, κάποιους «οπισθοδρομικούς» φιλοσόφους...

Ο Φιλελευθερισμός, ως γενικότερη κατεύθυνση κοινωνικής ζωής και όχι μόνο ως πολιτικό και οικονομικό σύστημα (όπως έχει καταλήξει να αντιμετωπίζεται), ενώ ωθεί το άτομο στο να αναζητά όλο και περισσότερη ελευθερία, αποποιείται την ευθύνη της ηθικής διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου στην διαχείριση της ελευθερίας που αποκτά (θεωρώντας, ίσως, ότι αυτό είναι ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί τη θρησκεία). Θα έλεγε κανείς ότι ο ηθικός προβληματισμός όχι μόνο απουσιάζει από τη φιλελεύθερη κοσμοθεωρία αλλά και αποτελεί ένα είδος «ταμπού» για εκείνη.

Πράγματι, αν αυτονόητα εξαιρέσουμε την υλική βλάβη στο σώμα ή στην περιουσία του συνανθρώπου, καθώς και την συκοφαντική προσβολή της προσωπικότητάς του, ο μόνος γενικά αποδεκτός «ηθικός» κανόνας για τον Φιλελευθερισμό είναι η αποφυγή του περιορισμού της ελευθερίας! Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, ως αξιακό σύστημα, ο Φιλελευθερισμός είναι η απόλυτη υπέρβαση της ηθικής. Δεν πρόκειται για ηθικολογική εκτίμηση αλλά για λογική διαπίστωση. Θα επιχειρήσω να το εξηγήσω:

Το ηθικό ζήτημα αφορά την ανθρώπινη συνείδηση και κωδικοποιείται από ένα σύστημα αρχών τις οποίες ο καθένας χωριστά (ανεξάρτητα, δηλαδή, από τους άλλους ανθρώπους) αποδέχεται, και με βάση τις οποίες επιλέγει να λειτουργεί ώστε να βρίσκεται σε αρμονία με τον εαυτό του. Είναι ένα σύστημα που σχετίζεται με την ατομική συνειδητότητα και δεν ετεροκαθορίζεται. Δεν το υπαγορεύει, λ.χ., κάποια θρησκεία, ούτε το επιβάλλουν κάποιες θεσμοποιημένες κοινωνικές συμβάσεις. Αντιπροσωπεύει, λοιπόν, έναν απόλυτα εξατομικευμένο αξιακό κώδικα.

Οι αρχές αυτές (και όχι οι νόμοι της κοινότητας!) υπαγορεύουν στον άνθρωπο να επιδιώκει μικρότερο βαθμό ικανοποίησης των προσωπικών του επιθυμιών – άρα, να εκχωρεί μέρος της ελευθερίας του – προκειμένου να δοθεί περισσότερος χώρος στην ικανοποίηση των επιθυμιών κάποιων συνανθρώπων του – άρα, εκ των πραγμάτων, να διευρυνθεί ο δικός τους βαθμός ελευθερίας.

Επιδιώκοντας, λοιπόν, τη μεγιστοποίηση της ελευθερίας μας θα πρέπει αναγκαία να ελαχιστοποιήσουμε το σύστημα των αρχών επί τη βάσει των οποίων (εμείς οι ίδιοι) επιλέγουμε να λειτουργούμε ως κοινωνικές μονάδες. Οριακά, η απόλυτη, η απεριόριστη ελευθερία μπορεί μόνο να επιτευχθεί αν μηδενίσουμε αυτό το σύστημα αρχών (με αυτονόητη εξαίρεση, ασφαλώς, εκείνες που αφορούν υλική ή ακραία ηθική βλάβη). Με άλλα λόγια, αν αφαιρέσουμε ολοκληρωτικά την ηθική διάσταση από τη ζωή μας και τη λειτουργία μας ως μελών μιας κοινωνίας!

Ασφαλώς, ο Φιλελευθερισμός δεν αποτρέπει τον άνθρωπο από το να λειτουργεί κατά συνείδηση. Κάτι τέτοιο ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε να θεωρείται φιλελεύθερο. Από την άλλη – και αυτό είναι που έχει σημασία – αποφεύγει και να ενθαρρύνει το άτομο να συμβουλεύεται τη συνείδησή του προκειμένου να αποφασίζει μέσα σε ποιο πλαίσιο θα κάνει χρήση της ελευθερίας του. Είναι σαν να χαρίζεις σε κάποιον ένα γεμάτο περίστροφο χωρίς παράλληλα να του εξηγείς τη σημασία της οριοθέτησης στην επιλογή των στόχων!

Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι ο Φιλελευθερισμός, ως γενικότερη φιλοσοφική στάση και όχι αποκλειστικά ως πολιτικό ή οικονομικό δόγμα, υποστηρίζει το δικαίωμα στη μεγιστοποίηση της ελευθερίας του ατόμου – μέλους μιας κοινωνίας. Αυτή η δυνατότητα, όμως, δεν κατανέμεται ομοιόμορφα, αφού συναρτάται άμεσα με τους γενικούς (όχι μόνο τους οικονομικούς!) συσχετισμούς ισχύος ανάμεσα στα άτομα. Έτσι, η εκχώρηση μέρους της ελευθερίας του «ισχυρού» στον «ασθενέστερο» επαφίεται στη συνείδηση του πρώτου και αποτελεί, γενικά, ηθικό ζήτημα στο οποίο ο Φιλελευθερισμός αποφεύγει να πάρει θέση.

Σε καμία περίπτωση, ασφαλώς, δεν θα ισχυριζόμασταν ότι ο Φιλελευθερισμός είναι μία «ανήθικη» κοσμοθεωρία! Αυτό που λέμε είναι ότι ελάχιστα τον απασχολούν ζητήματα ηθικής, με εξαίρεση τη θέση ότι «ανήθικο» είναι μόνο το ανελεύθερο.

Όμως, η ελευθερία ως υπέρτατη ανθρώπινη αξία απλώνεται πέρα από τα όρια προβληματισμού του Φιλελευθερισμού. Γιατί, εκτός από την ελευθερία που διεκδικεί το άτομο ως κοινωνική μονάδα (στο πλαίσιο, δηλαδή, της σχέσης του με την κοινωνία) υπάρχει η ελευθερία του ανθρώπου στη σχέση του με τον εαυτό του. Μιλούμε εδώ για μία ελευθερία που είναι ζήτημα ατομικής συνειδητότητας και όχι υπόθεση συλλογικού θεσμικού πλαισίου. Ακόμα, λοιπόν, και σε ένα αυταρχικό καθεστώς που βίαια επιβάλλει τον περιορισμό της ελευθερίας, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για το άτομο είναι η απαλλαγή από τα δικά του, εσωτερικά δεσμά. Δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στα οποία κατέχουν, ενδεικτικά, η ματαιοδοξία, η αλαζονεία, ο εγωκεντρισμός, η πλεονεξία, ο άκρατος ανταγωνισμός, η μισαλλοδοξία...

Και, εδώ θα συνταχθούμε απόλυτα με την φιλελεύθερη λογική: Κανένας νόμος και κανένα σύστημα κοινωνικών θεσμών δεν θα μπορέσουν ποτέ να προσδώσουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και να επιβάλουν ανθρώπινες ιδιότητες σε κάποιον που δεν επιθυμεί να τα διαθέτει. Όπως η κυνική αυτοσχέδια «χορεύτρια» της ιστορίας που αφηγηθήκαμε νωρίτερα...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Galilean invariance of the work-energy theorem

Galileo Galilei (1564‐1642)

In Special Relativity, physical laws are required to assume the same mathematical form in all inertial frames of reference. In other words, the laws must be Lorentz-invariant.

In classical (Newtonian) Mechanics the Lorentz transformations reduce to the much simpler Galilean transformations. Under the latter, the laws of Mechanics (but not those of Electromagnetism!) are invariant in form in order for them to be valid in all inertial frames of reference.

Now, since Newton's laws are valid in all inertial frames, this must also be the case with regard to every theorem derived from them. Perhaps the most important such theorem (since it is associated with the conservation of energy) is the work-energy theorem. Here is now a good exercise for the Physics student: Let us assume that the work-energy theorem is valid for a certain inertial observer O. Can we show that this theorem will then be valid for any other inertial observer O΄?

The mathematical proof is not trivial! It may be given as a Physics project to the student.

See the article...

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018

Έχουμε τελειώσει οριστικά με τον Νεύτωνα;


Στο εισαγωγικό μάθημα της κλασικής Μηχανικής, οι πρωτοετείς μου καταφέρνουν συχνά να με εντυπωσιάζουν. Έχοντας πρόσφατη την εμπειρία των Πανελλήνιων εξετάσεων και ζωντανές ακόμα στο μυαλό τους τις γνώσεις που αποκόμισαν από το φροντιστήριο, μπορούν να λύσουν τις πιο στρυφνές και απαιτητικές ασκήσεις με τόση ευκολία που, ομολογώ, κι εμένα με τρομάζει!

Από την άλλη, εισπράττω ενδιαφέρουσες απαντήσεις σε ερωτήματα εννοιολογικής φύσης. Για παράδειγμα, όταν ζητώ την διατύπωση του Νόμου της Αδράνειας με βάση τα όσα γνωρίζουν από το σχολείο, μερικοί μου απαντούν αόριστα ότι αφορά την αντίσταση των υλικών σωμάτων σε κάθε προσπάθεια μεταβολής της κινητικής τους κατάστασης. Όταν αντιλέγω ότι αυτό ορίζει τι είναι αδράνεια – ως γενική έννοια – αλλά δεν διατυπώνει τον νόμο που την αφορά, γίνονται πιο συγκεκριμένοι: «Κάθε σώμα έχει την τάση να διατηρεί την κινητική του κατάσταση αν πάνω του δεν ασκείται ολική δύναμη διάφορη του μηδενός.»

Ωραία, θα πείτε, μην τα βασανίζεις άλλο τα παιδιά, καλά σου τα είπαν τώρα! Όμως ο υποχόνδριος και ξενέρωτος δάσκαλος επιμένει: Κινητική κατάσταση ως προς τι; Και, σε σχέση με ποιους παρατηρητές; Όλους, γενικά, ή κάποιους με πολύ συγκεκριμένες ιδιότητες;

Είναι τότε η ώρα να μιλήσουμε για τον λεγόμενο αδρανειακό παρατηρητή. Κάποιον, δηλαδή, ως προς τον οποίο ένα ελεύθερο σωμάτιο (ένα σωμάτιο που δεν του ασκούνται δυνάμεις) είτε κινείται με σταθερή ταχύτητα (ευθύγραμμα και ομαλά) είτε δεν κινείται καθόλου. Αυτός και μόνο αυτός έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί στο δικό του σύστημα συντεταγμένων (αδρανειακό σύστημα αναφοράς) τους νόμους του Νεύτωνα (Isaac Newton, 1643–1727) και, ειδικά, τον Πρώτο Νόμο, αυτόν της Αδράνειας.

Βέβαια, δεν μπορεί κάποιος να απαιτήσει από παιδιά που μόλις τέλειωσαν το Λύκειο να έχουν απόλυτα ξεκαθαρίσει μέσα τους λεπτές έννοιες της Μηχανικής που έχουν φέρει σε δύσκολη θέση γενιές Φυσικών! Έννοιες που συνεχίζουν να προβληματίζουν τον σκεπτόμενο φοιτητή των θετικών επιστημών στα πιο μεγάλα πανεπιστήμια του κόσμου...

Γράμμα από έναν Αμερικανό φοιτητή

Πριν κάπου τρία χρόνια έλαβα ένα email από έναν ιδιαίτερα ευφυή και φιλομαθή φοιτητή θετικών επιστημών σε Πανεπιστήμιο του Τέξας. Έχοντας διαβάσει κάποιο δημοσιευμένο παιδαγωγικό άρθρο μου πάνω στη Νευτώνεια Μηχανική [1,2] απευθύνθηκε σε εμένα με ένα σχεδόν εναγώνιο ερώτημα: Είναι οι τρεις νόμοι του Νεύτωνα αληθινά ανεξάρτητοι μεταξύ τους, ή μήπως ο πρώτος νόμος δεν είναι παρά ειδική περίπτωση του δεύτερου;

Σε κάποιους Φυσικούς, ιδιαίτερα αυτούς που διδάσκουν κλασική Μηχανική, το ερώτημα ίσως φαίνεται στοιχειώδες. Σπεύδω, εν τούτοις, να σημειώσω ότι το ζήτημα της ανεξαρτησίας των Νευτώνειων νόμων έχει προκαλέσει μεγάλη σύγχυση από την εποχή ακόμα του Νεύτωνα. Μάλιστα, έτυχε πρόσφατα να διαβάσω εκπαιδευτικό άρθρο σε κάποιο πανεπιστημιακό site του εξωτερικού, το οποίο άρθρο μεταξύ άλλων ανέφερε ότι ο νόμος της αδράνειας (ο πρώτος νόμος) είναι άμεση συνεπαγωγή του δεύτερου νόμου. Ο καλός φοιτητής, λοιπόν, απλά έπεσε θύμα της παραπάνω σύγχυσης που, ως φαίνεται, καλά κρατεί!

Του απάντησα αμέσως εξηγώντας του ότι, χωρίς τον πρώτο νόμο, ο δεύτερος θα έχανε τη σημασία του. Ή μάλλον, θα ήταν εντελώς λανθασμένος στη διατύπωσή του, αφού θα έδινε την εντύπωση μιας γενικής αρχής που ισχύει ανεξάρτητα από την κινητική κατάσταση του παρατηρητή, πράγμα που ασφαλώς δεν ισχύει. Με άλλα λόγια, ο νόμος της αδράνειας ορίζει το «τερέν» μέσα στο οποίο διατυπώνεται και ισχύει ο δεύτερος νόμος. Όπως έγραψα στον φοιτητή, το να εφαρμόζουμε τον δεύτερο νόμο χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τον πρώτο είναι σαν να επιχειρούμε να παίξουμε ποδόσφαιρο χωρίς να διαθέτουμε γήπεδο ποδοσφαίρου!

Ο νόμος της αδράνειας, λοιπόν, δεν είναι απόρροια αλλά, κατά κάποιον τρόπο, προϋπόθεση ισχύος του δεύτερου νόμου. Τα ερωτήματα όμως δεν σταματούν εδώ: Ακόμα κι αν δεχθούμε την ανεξαρτησία των νόμων του Νεύτωνα μεταξύ τους, είναι το σύστημα των τριών αυτών νόμων επαρκές ως βάση για την ανάπτυξη της κλασικής θεωρίας;

Πριν προχωρήσουμε, ας δούμε τους νόμους συνοπτικά...

Οι Νόμοι του Νεύτωνα, όπως τους ξέρουμε

Ο Πρώτος Νόμος (νόμος της αδράνειας) εγγυάται την ύπαρξη αδρανειακών συστημάτων αναφοράς. Ως τέτοιο σύστημα εννοούμε ένα σύστημα συντεταγμένων ως προς το οποίο ένα ελεύθερο σωμάτιο (σωμάτιο που δεν του ασκούνται δυνάμεις) κινείται με σταθερή ταχύτητα (ή, ισοδύναμα, χωρίς επιτάχυνση).

Ο Δεύτερος Νόμος ορίζει ότι, ως προς ένα αδρανειακό σύστημα αναφοράς, η επιτάχυνση ενός σωματιδίου είναι ανάλογη της ολικής δύναμης που ασκείται πάνω του.

Σύμφωνα με τον Τρίτο Νόμο ή νόμο δράσης-αντίδρασης, όταν δύο σωματίδια αλληλεπιδρούν, οι δυνάμεις που ασκεί το ένα στο άλλο είναι ίσου μέτρου και αντίθετης κατεύθυνσης.

Όμως, ποια είναι η «ολική δύναμη» πάνω σε ένα σωμάτιο, στην οποία αναφέρεται ο δεύτερος νόμος; Αυτό δεν μας το λένε οι νόμοι του Νεύτωνα! Την απάντηση έδωσε ο Ελβετός φυσικομαθηματικός Ντάνιελ Μπερνούλι (Daniel Bernoulli, 1700–1782) μετά τον θάνατο του Νεύτωνα, διατυπώνοντας την αρχή της επαλληλίας. Σύμφωνα με αυτήν, αν ένα σώμα υπόκειται σε διάφορες αλληλεπιδράσεις, η ολική δύναμη πάνω του είναι το (διανυσματικό) άθροισμα των δυνάμεων από κάθε αλληλεπίδραση χωριστά.

Μια εναλλακτική αξιωματική θεώρηση

Με βάση όσα είπαμε παραπάνω, η κλασική Νευτώνεια Μηχανική βασίζεται σε τέσσερις θεμελιώδεις αρχές: τους τρεις νόμος του Νεύτωνα και την αρχή της επαλληλίας. Σχετικά πρόσφατα, όμως [1,2] τέθηκε και πάλι ένα αναθεωρητικό ερώτημα: Μήπως, τελικά, τέσσερις νόμοι είναι «πάρα πολλοί»; Αυτό οδήγησε στο, ας το πούμε, ανακάτεμα και ξαναμοίρασμα της τράπουλας, με ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα: Με κατάλληλη διατύπωση, οι νόμοι της Μηχανικής μπορούν να συμπυκνωθούν στη μορφή δύο μόνο ανεξάρτητων αξιωμάτων. Προσοχή: Δεν πετούμε τους δύο από τους τέσσερις αρχικούς νόμους και κρατούμε τους άλλους δύο, αλλά αναδιατυπώνουμε την αξιωματική βάση της Μηχανικής με τρόπο ώστε οι ανεξάρτητες αρχές να είναι δύο αντί τέσσερις. Φυσικά, από τα δύο θεμελιώδη αξιώματα προκύπτουν, μεταξύ άλλων, ως ειδικά συμπεράσματα οι γνωστοί νόμοι της Νευτώνειας Μηχανικής.

Το πρώτο αξίωμα (θα το ονομάσουμε Α1), το οποίο στη Νευτώνεια Μηχανική προκύπτει από τους βασικούς νόμους ως παράγωγο θεώρημα, λαμβάνεται εδώ ως θεμελιώδης αρχή. Εκφράζει την αρχή διατήρησης της ορμής για ένα απομονωμένο σύστημα σωματιδίων και, έμμεσα, αξιώνει την ύπαρξη αδρανειακών συστημάτων αναφοράς. Στην ειδική περίπτωση απομονωμένου «συστήματος» που περιέχει ένα μόνο σωματίδιο, το αξίωμα Α1 ανάγεται στον νόμο της αδράνειας (πρώτο νόμο του Νεύτωνα).

Το δεύτερο αξίωμα (Α2) το γνωρίσαμε ήδη: είναι η αρχή της επαλληλίας, διατυπωμένη όμως λίγο διαφορετικά: Η μεταβολή της ορμής που προκαλεί σε ένα σωματίδιο ένα σύνολο αλληλεπιδράσεων, είναι ίση με το (διανυσματικό) άθροισμα των μεταβολών που θα προκαλούσε κάθε αλληλεπίδραση χωριστά.

Αν προσέξατε, μέχρι στιγμής πουθενά δεν εμφανίζεται η έννοια της δύναμης, η οποία αποτελεί την πεμπτουσία του δεύτερου νόμου του Νεύτωνα! Αυτό συμβαίνει διότι η δύναμη ορίζεται εδώ απλά ως ο ρυθμός μεταβολής της ορμής ως προς ένα αδρανειακό σύστημα αναφοράς. Με τον ορισμό αυτό, το αξίωμα Α2 οδηγεί στην κλασική διατύπωση της αρχής της επαλληλίας που, όπως είπαμε νωρίτερα, οφείλεται στον Μπερνούλι.

Χρησιμοποιώντας τώρα τα αξιώματα Α1 και Α2, καθώς και τον ορισμό της δύναμης, μπορούμε να αποδείξουμε ως θεώρημα κάτι που στη Νευτώνεια Μηχανική αποτελεί αξίωμα: τον νόμο δράσης-αντίδρασης (τρίτο νόμο του Νεύτωνα). Άλλα σημαντικά θεωρήματα που μπορεί να αποδειχθούν είναι η αρχή διατήρησης της στροφορμής, το θεώρημα μεταβολής της κινητικής ενέργειας, η αρχή διατήρησης της μηχανικής ενέργειας, κλπ.

Προβλήματα που παραμένουν...

Η οικονομικότερη αναδιατύπωση της αξιωματικής βάσης της Νευτώνειας Μηχανικής δεν απαλλάσσει, βέβαια, την κλασική θεωρία από τα εγγενή προβλήματά της. Πρώτα και κύρια, η θεωρία αυτή παύει να ισχύει σε έναν κόσμο πολύ υψηλών ταχυτήτων ή πολύ μικροσκοπικών διαστάσεων, δίνοντας τη θέση της στη Θεωρία της Σχετικότητας και την Κβαντική Θεωρία, αντίστοιχα. Υπάρχουν όμως προβλήματα ακόμα και στις συμβατικές περιοχές εφαρμογής της κλασικής θεωρίας. Ας δούμε τα κατά τη γνώμη μου πιο σημαντικά:

1. Το πρόβλημα των «αδρανειακών» συστημάτων αναφοράς

Απόλυτα αδρανειακά συστήματα αναφοράς δεν είναι δυνατό να υπάρχουν. Πράγματι, για να διαπιστώσουμε αν ένα σύστημα αναφοράς είναι αδρανειακό θα πρέπει να εξετάσουμε αν, ως προς αυτό, ένα οποιοδήποτε ελεύθερο σωμάτιο κινείται με σταθερή ταχύτητα (δηλαδή, χωρίς επιτάχυνση). Όμως, η έννοια του ελεύθερου σωματίου είναι καθαρά θεωρητική και κανένα σωμάτιο στον κόσμο δεν μπορεί στην πραγματικότητα να θεωρείται ελεύθερο, για τους εξής λόγους: (α) Κάθε υλικό σωμάτιο υπόκειται στη δύναμη της βαρύτητας που του ασκεί ο υπόλοιπος υλικός κόσμος, όσο μακριά κι αν βρίσκεται το σωμάτιο από αυτόν. (β) Για να διαπιστώσουμε αν ένα σωμάτιο κινείται με σταθερή ταχύτητα, θα πρέπει κάπως να αλληλεπιδράσουμε μαζί του (π.χ., να το φωτίσουμε ρίχνοντας πάνω του έναν ικανό αριθμό φωτονίων). Έτσι, στη διάρκεια της αλληλεπίδρασης το σωμάτιο δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ελεύθερο.

2. Το πρόβλημα του ταυτόχρονου

Στον τρίτο νόμο του Νεύτωνα (ο οποίος, όπως προαναφέραμε, προκύπτει ως θεώρημα στη δική μας προσέγγιση) η αντίδραση θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα ταυτόχρονα με τη δράση. Αυτό σημαίνει ότι δύο σωματίδια αλληλεπιδρούν στιγμιαία μεταξύ τους, όσο μακριά κι αν βρίσκεται το ένα από το άλλο, πράγμα που προϋποθέτει άπειρη ταχύτητα διάδοσης της αλληλεπίδρασης. Όπως γνωρίζουμε, όμως, καμία αλληλεπίδραση δεν διαδίδεται ταχύτερα από το ίδιο το φως!

Ένα επιπρόσθετο ζήτημα που είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε είναι το εξής: Σύμφωνα με την προσέγγισή μας, ένας «παρατηρητής» είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένα ευφυές ελεύθερο σωμάτιο που έχει την ικανότητα να πραγματοποιεί μετρήσεις φυσικών μεγεθών όπως η ταχύτητα και η επιτάχυνση. Ο παρατηρητής αυτός μπορεί να χρησιμοποιήσει για τις μετρήσεις του οποιοδήποτε βολικό (κατά προτίμηση ορθογώνιο) σύστημα αξόνων (x,y,z). Κατά συνθήκη, ο παρατηρητής βρίσκεται σταθερά τοποθετημένος στην αρχή Ο των συντεταγμένων αυτού του συστήματος αναφοράς, μπορεί όμως να προσανατολίσει τους άξονες του συστήματός του κατά βούληση. Τώρα, όπως προκύπτει ως πόρισμα από το αξίωμα Α1, δύο αδρανειακοί παρατηρητές δεν επιταχύνονται ο ένας ως προς τον άλλο. Έτσι, η σχετική ταχύτητα ανάμεσα στις αρχές Ο και Ο΄ των αξόνων τους είναι χρονικά σταθερή (σαν ειδική περίπτωση, τα σημεία Ο και Ο΄ μπορεί ακόμα και να ταυτίζονται). Όμως, τι γίνεται αν οι άξονες του ενός συστήματος περιστρέφονται ως προς τους άξονες του άλλου; Πώς θα γνωρίζουμε αν πράγματι κάποιος από τους δύο παρατηρητές είναι αδρανειακός; Η απάντηση είναι ότι, ως προς το σύστημα αξόνων ενός αδρανειακού συστήματος αναφοράς, ένα ελεύθερο σωμάτιο δεν επιταχύνεται. Ειδικά, ως προς ένα περιστρεφόμενο σύστημα αξόνων, ένα ελεύθερο σωμάτιο θα εμφανίζεται να έχει τουλάχιστον κεντρομόλο επιτάχυνση (η επιτάχυνση αυτή σχετίζεται με την αλλαγή διεύθυνσης στην κίνηση του σωματίου). Ένα τέτοιο σύστημα αναφοράς, επομένως, δεν μπορεί να είναι αδρανειακό.

Σημειώνουμε, τέλος, ότι ένα στερεό σώμα, όπως και ένα συνεχές μέσο (π.χ., ένα ρευστό), μπορούν να αντιμετωπιστούν σαν υλικά συστήματα αποτελούμενα από ένα τεράστιο πλήθος στοιχειωδών σωματιδίων. Έτσι, δεν απαιτούνται επιπρόσθετα αξιώματα για τη μελέτη τέτοιων σύνθετων συστημάτων.

Επίλογος

Αποτελούν τα όσα αναφέραμε την τελευταία λέξη πάνω στη Νευτώνεια Μηχανική; Και βέβαια όχι! Η φοβερή αυτή θεωρία παραμένει «ζωντανή» και επιδεκτική σε πιθανές νέες αναθεωρήσεις σε ό,τι αφορά την αξιωματική της θεμελίωση. Και, έστω κι αν η Σχετικότητα και η Κβαντομηχανική περιόρισαν το πεδίο εφαρμογής της, ας μην ξεχνούμε ότι η κλασική Μηχανική εξακολουθεί να κυβερνά την ίδια μας την καθημερινότητα. Εκεί που το πολύ γρήγορο και το πολύ μικρό αφορούν, στην καλύτερη περίπτωση, τα αυτοκίνητά μας και τα... ολοένα συρρικνούμενα εισοδήματά μας, αντίστοιχα. Ο Νεύτωνας στ’ αλήθεια ήρθε εδώ για να μείνει!

Αναφορές

C. J. Papachristou, Foundations of Newtonian Dynamics: An axiomatic approach for the thinking student

[1] Πρωτότυπη δημοσίευση:

Nausivios Chora, Vol. 4 (2012) 153-160

http://nausivios.snd.edu.gr/docs/partC2012.pdf

[2] Σε αναθεωρημένη και εμπλουτισμένη μορφή:

https://arxiv.org/abs/1205.2326

Aixmi.gr